Δευτέρα 26 Ιανουαρίου 2009

Ἀχιλλέως Γ. Χαλδαιάκη

Ὁραματισμοὶ γιὰ τὸ «μέλλον» τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς*


Θρασὺ ἐγχείρημα φαντάζει ἡ κατάθεση ὁραματισμῶν γιὰ τὸ «μέλλον» τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, μιᾶς μουσικῆς ποὺ ἀριθμεῖ ἤδη δύο χιλιάδες, περίπου, χρόνια ζωῆς· καὶ δὲν ἀπαιτοῦνται, βέβαια, ἰδιαίτερες «μαντικὲς» ἱκανότητες, ἀλλὰ ἁπλῆ παρατήρηση τῶν δεδομένων τοῦ παρελθόντος καὶ τοῦ παρόντος τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, γιὰ νὰ βεβαιωθοῦμε ὅτι καὶ τὸ μέλλον της, ἂν δὲν εἶναι προδιαγεγραμμένο, φαίνεται, τουλάχιστον, ἐξασφαλισμένο. Ἐξηγοῦμαι:

Τί ἐννοοῦμε ὑπὸ τὸν (τόσο οἰκεῖο πλήν, ὅμως, σαφῶς ἀμφίσημο) ὅρο Βυζαντινὴ Μουσική; Ἀσφαλῶς τὸ συναμφότερο: ὡς τέχνη τὴν Ψαλτική, ποὺ «διὰ ῥυθμῶν καὶ μελῶν περὶ τοὺς θείους ὕμνους καταγίγνεται» [Christian Hannick und Gerda Wolfram, Gabriel Hieromonachos. Abhandlung über den Kirchengesang (CSRM I), Wien 1985, p. 3827-28], καὶ ὡς ἐπιστήμη τὴ (βυζαντινὴ) Μουσικολογία, ποὺ μεθοδικὰ καὶ συστηματικὰ ἀποπειρᾶται νὰ ἀρθρώσει ὑπεύθυνο λόγο γιὰ τὰ πολυποίκιλα δεδομένα τῆς ἴδιας τέχνης, λόγο ποὺ ἀπαιτεῖ, βέβαια, ἀντίστοιχη ἔρευνα καὶ σπουδὴ καὶ γνώση. Ἡ ἀλληλεξάρτηση ἀμφότερων τῶν «πτυχῶν» τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς εἶναι πασιφανὴς καὶ αὐταπόδεικτη· καὶ παρότι σαφῶς φαίνεται νὰ προέχει ἡ πρακτικὴ διάσταση τοῦ πράγματος (ἂν παραθεωρηθεῖ ἡ ἴδια ἡ ψαλτικὴ ἔκφραση, ἡ μουσικὴ ὡς τέχνη καὶ καλλιτεχνία, τί ἀπομένει νὰ σχολιάσει ὁ μουσικολόγος;) ποιός ἀντιλέγει ὅτι καὶ ἡ βαθύτερη γνώση τῶν πολλαπλῶν θεωρητικῶν δεδομένων τοῦ πράγματος λειτουργεῖ εὐεργετικότατα γιὰ τὸν ψάλτη ὡς καλλιτέχνη; (ἀπὸ παλιὰ τὸ τόνιζε, ἄλλωστε, καὶ ὁ Μανουὴλ Χρυσάφης: «...οἱ φιλοτιμούμενοι ἐπὶ τὸ ψάλλειν εἰδέναι καὶ ἐπιστήμονες εἶναι τῆς ψαλτικῆς [...] μετ' ἐπιστήμης ἀκριβοῦς τε καὶ ἀπταίστου τὴν τοιαύτην μετέρχεσθαι τέχνην» [Dimitri E. Conomos, The Treatise of Manuel Chrysaphes the Lampadarios: On the Theory of the Art of Chanting and on Certain Erroneoys Views That Some Hold About it (Mount Athos, Iviron Monastery MS 1120 [July, 1458]) (CSRM II), Wien 1985, p. 3611-12, 14-15]). Πάντως, ὅπως διδάσκει καὶ ἡ ἱστορία, ἡ Μουσικολογία ἐξακολουθεῖ νὰ «παρακολουθεῖ» διακριτικὰ τὴν Ψαλτική, «παρεμβαίνουσα» ὅπου δεῖ· ἡ ἐπιστήμη ἕπεται τῆς τέχνης, ποὺ -ὑπὸ τὸν χαρακτῆρα τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς- παραμένει ἀπὸ αἰώνων -καὶ ἀναμφίβολα θὰ συνεχίσει νὰ διατελεῖ- ἀειθαλής, ἀφοῦ εἶναι συνυφασμένη μὲ τὰ λατρευτικὰ δρώμενα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Ἐκκλησιαστικὴ μουσικὴ -ὁποιασδήποτε μορφῆς ἢ καλλιτεχνικῆς ἀξίας- ὑφίσταται ἀπὸ τὸ «καὶ ὑμνήσαντες ἐξῆλθον εἰς τὸ ὄρος τῶν ἐλαιῶν» (Ματθ. 26, 30) καὶ θὰ ἐξακολουθήσει νὰ ὑπάρχει ἕως ὅτου «ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ…» (Ματθ. 25, 31).

Ἂς δανεισθῶ ἐδῶ καὶ κάποιες παλαιότερες σχετικὲς παρατηρήσεις τοῦ Παύλου Καρολίδη: «Ἡ Ἑλληνικὴ ἐκκλησιαστικὴ μουσική, ἡ καλουμένη συνήθως Βυζαντινή, ὡς συνδεδεμένη ἀρρήκτως μετ' αὐτῆς τῆς ἱστορικῆς ἀρχῆς, γενέσεως καὶ ἐξελίξεως τῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας ἐν τῷ ὅλῳ βίῳ τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους εἶναι κτῆμα ἀΐδιον τοῦ πνευματικοῦ βίου τοῦ Ἑλληνισμοῦ, κληρονομία πολύτιμος παρὰ τῶν εὐκλεεστάτων χρόνων τῆς Ἑλληνικῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας τοῖς ἐπιγιγνομένοις παραδοθεῖσα, ἀποτελοῦσα δύναμιν ἠθικήν, καὶ πνευματικήν, ἅμα δὲ καὶ γνώρισμα πνευματικὸν τοῦ ἐθνικοῦ βίου καὶ ἐν τοῖς χαλεπωτάτοις περιόδοις τοῦ βίου τούτου. Πανταχοῦ, ἔνθα ὁ Χριστιανικὸς Ἑλληνικὸς βίος ἐξέτεινε τὸ κράτος αὑτοῦ, καὶ ἡ Βυζαντινὴ μουσικὴ εἰσεχώρησε καὶ ἐπεκράτησε διά τε τῆς ἰδίας καλλιτεχνικῆς δυνάμεως αὑτῆς καὶ διὰ τῆς μετ' αὐτῆς ἡνωμένης καὶ ἐκ ταύτης ἰδίαν δύναμιν λαμβανούσης καὶ διὰ αὐτῆς θαυμασίως ἐκφραζομένης σεμνῆς καὶ ἐν τῇ σεμνότητι μεγαλοπρεποῦς ὑμνῳδίας καὶ ἱεροτελεστίας τῆς Ἑλληνικῆς ἡμῶν Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας [...] Ὁ σεμνός, Δώριος, οὕτως εἰπεῖν, ἱεροπρεπὴς χαρακτὴρ τῆς μουσικῆς ταύτης, ὁ ἐμφαίνων τὸν φύσει θρησκευτικὸν αὐτῆς χαρακτῆρα καὶ καθιστῶν αὐτὴν μουσικὴν κατ' ἐξοχὴν θρησκευτικήν, συνεδέθη ἀνέκαθεν στενώτατα καὶ κατέστη συμφυὴς μετὰ τῆς ἀκραιφνῶς σοβαρᾶς χριστιανικῆς λατρείας καὶ ἐκκλησιαστικῆς ὑμνῳδίας, κατέστη, οὕτως εἰπεῖν, συνείδησις θρησκευτικὴ ἐν τῇ φωνῇ τῆς τέχνης ἀποκαλυπτομένη. Τοσοῦτο δὲ ἐπὶ αἰῶνας συνεδέθη μετὰ τοῦ ὅλου πνευματικοῦ βίου, ὥστε καὶ ἄνευ τεχνικῆς διδασκαλίας καὶ ἄνευ βιβλίων καὶ σημείων καὶ γραμμάτων τεχνικῶν, ἁπλῶς διὰ τοῦ στόματος καὶ τῆς φωνῆς παραδιδομένη ἀπὸ γενεᾶς εἰς γενεάν, παρέμεινε πανταχοῦ τὸ κυριώτατον στοιχεῖον τῆς τοῦ θείου λατρείας ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ...» [«Ἡ Βυζαντινὴ Μουσική», Φόρμιγξ, περίοδος Β', ἔτος Α', ἀριθμὸς 19-20, Ἀθῆναι 15-31 Δεκεμβρίου 1905, σ. 2].

Τὸ ζητούμενο, λοιπόν, δὲν ἐπικεντρώνεται στὴν ἐξασφάλιση τῆς συνέχειας τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς ὡς τέχνης· ἀνιχνεύεται, ἀντίθετα, στὴν εὐκρινῆ ἐπισήμανση τῆς λανθάνουσας δυναμικῆς τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς ὡς ἐπιστήμης. Ἀφορᾶ, γιὰ τὴν ἀκρίβεια, στὴν ἀνάδειξη τῆς ἐπιθυμητῆς συναλληλίας, στὴν ἐπίτευξη μιᾶς ἁρμονικῆς συμπόρευσης, μεταξὺ ἐπιστήμης καὶ τέχνης, μὲ ἕνα προφανῆ σκοπό: ἡ δυναμικὴ τῆς ἐπιστήμης νὰ συμβάλλει σὲ μιὰν συνεχῆ βελτιστοποίηση τῶν ἐπὶ μέρους πτυχῶν τῆς τέχνης, ἐγγυωμένη τὴν ἀέναη -οὐσιαστικὰ- ἐπικαιροποίηση τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς. Πρὸς τὰ ἐκεῖ κατατείνουν καὶ οἱ ἐδῶ κατατιθέμενοι «ὁραματισμοί»...

* * *

«... ἂν εἰς πᾶσαν τέχνην καὶ ἐπιστήμην ἡ ἀνάπτυξις καὶ ἡ πρόοδος συντελῆται διὰ τῆς πορείας πρὸς τὰ πρόσω, ἡ τῆς ἡμετέρας ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς ἀνόρθωσις καὶ ἀναβίωσις, κατ' ἀντίστροφον ὅλως λόγον, θέλει ἀσφαλῶς συντελεσθῇ, διὰ τῆς πορείας ἡμῶν πρὸς τὰ ὄπισθεν»· μ' αὐτὴ τὴν παρατήρηση τερμάτιζε (πρὶν ἀπὸ ἑκατὸ περίπου χρόνια) ὁ Κ. Ἀ. Ψάχος ἕνα δημοσιευμένο στὴ Φόρμιγγα [περίοδος Β', ἔτος Δ' (ΣΤ'), ἀριθ. 15-16, Ἀθῆναι 15-30 Νοεμβρίου 1908, σσ. 1-2] ἄρθρο του, ὑπὸ τὸν τίτλο· «Σκέψεις τινὲς ἐπὶ τῆς καταστάσεως τῆς καθ' ἡμᾶς Βυζαντινῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς». Καὶ παρότι (ἀπὸ μιὰν πρώτη καὶ ἄμεση ἐκτίμηση) παρόμοια ἐπισήμανση μοιάζει καθαρὰ «ὀπισθοδρομική», αὐτὲς οἱ «σκέψεις» τοῦ Ψάχου παραμένουν, ἀλλοίμονο, τραγικὰ ἐπίκαιρες.

Ἀρκεῖ, ἴσως, ἡ παράθεση ὁρισμένων περικοπῶν τοῦ κειμένου του, γιὰ νὰ καταδειχθεῖ ὅτι ἀναφέρεται σὲ οἰκεῖα προβλήματα τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, εὐθέως, δυστυχῶς, ἀναγνωρίσιμα ὣς σήμερα· ἂν παρακάμψουμε τὸ χρησιμοποιούμενο -δηλωτικὸ τῆς ἐποχῆς του- γλωσσικὸ ἰδίωμα, ποιός θὰ ἀμφέβαλλε ὅτι περιγράφεται ἐδῶ ἡ σύγχρονη ψαλτικὴ πραγματικότητα; «...ἂν ὑπάρχῃ τέχνη ἡ ὁποία κατήντησεν οὐδεμίαν νὰ ἔχῃ ἀρχήν, οὐδεμίαν νὰ ἔχῃ βάσιν, τῆς ὁποίας δὲ οἱ ἐργάται οὐδένα ἀλλον πλὴν τοῦ ἑαυτοῦ των ἕκαστος νὰ παραδέχωνται τέλειον, τοῦτ' αὐτὸ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ πεσόντα, ἡ τέχνη αὕτη εἶναι ἡ ψαλτική. Ἕκαστος ἱεροψάλτης διακηρύττει, ὅτι ἔχει ἴδιον σύστημα, ἴδιον ὕφος, ἔστω καὶ ἂν κατ' ὄνομα μόνον γνωρίζῃ τὴν Βυζαντινὴν μουσικήν. Τὸ χείριστον δὲ πάντων, ὅτι ἕκαστος ἱεροψάλτης ἐννοεῖ νὰ ἦναι καὶ συνθέτης καὶ μελοποιὸς καὶ συγγραφεὺς καὶ ἐκδότης. Ἐντεῦθεν ὁ τερατώδης ἐκεῖνος κυκεών, ἡ πραγματικὴ ἐκείνη Βαβυλωνία, νὰ ψάλλῃ δηλ. ἕκαστος ὅ,τι τὴν στιγμὴν ἐκείνην, καθ' ἣν ἀναβαίνει εἰς τὸ στασίδιον, τοῦ καταβῇ εἰς τὸν νοῦν, νὰ ἔχῃ δὲ καὶ τὴν φρικώδη ἀξίωσιν νὰ ἐπιβάλλῃ ταῦτα ὡς ἐμπνεύσεις ὑψηλάς, διὰ στόματα ἀγγέλων προωρισμένας! Καὶ οὕτως ἔχομεν τὴν ἐλεεινὴν ἐκείνην παρῳδίαν τῆς Βυζαντινῆς μουσικῆς [...] ἐπὶ τέλους πρέπει πάντες νὰ μάθωμεν, ὅτι ὁ ἱεροψάλτης ἔχει καθήκοντα οὐ μόνον ἱερὰ ὑπὸ τῶν κανόνων καὶ τῶν παραδόσεων τῆς Ἐκκλησίας ὑπαγορευόμενα, ἀλλὰ καὶ καλαισθητικὰ τοιαῦτα ὑπὸ τῆς τέχνης ἐπιβαλλόμενα. Πρέπει νὰ μάθωμεν ὅτι ἱεροψάλτης τέλειος τὴν τέχνην εἶναι οὐχὶ ἐκεῖνος, ὅστις ἔχει ποιάν τινα φωνὴν καὶ ἀσυναισθήτως ὅλως άνέρχεται καὶ κατέρχεται τοὺς φθόγγους τῆς κλίμακος, ἀλλ' ἐκεῖνος ὅστις δύναται νὰ κάμνῃ χρῆσιν τῆς φωνῆς του, συμφώνως πρὸς τοὺς κανόνας ἑκάστου τῆς μουσικῆς εἴδους· ἐκεῖνος ὅστις δύναται νὰ ζωοποιῇ τὰς ἐπὶ τοῦ ἀψύχου χάρτου γεγραμμένας μουσικὰς ἰδέας καὶ εἰκόνας, τόσον ζωηρῶς καὶ τεχνικῶς, ὥστε αὗται νὰ παρέρχωνται πρὸ τῆς φαντασίας τῶν ἀκροατῶν τελείως ζωνταναί· ἐκεῖνος ὅστις κατέχων μέχρις ἑνὸς τὰ μυστήρια τῆς τέχνης του, δύναται νὰ ἐπιφέρῃ τὸ διὰ τῆς ἐκκλ. ἡμῶν μουσικῆς ἐπιδιωκόμενον ἀποτέλεσμα. Εἶναι τρομερὸν νὰ ἀκούῃ τις, τὸν ἕνα μὲν λέγοντα, ὅτι ἐγὼ ψάλλω κατὰ τὸ σύστημα τοῦ Α, τὸν δὲ ἄλλον, ἐγὼ ψάλλω κατὰ τὸ σύστημα τοῦ Β. Καὶ ποῖον εἶναι, δι' ὄνομα τοῦ Ὑψίστου! αὐτὸ τὸ φρικῶδες συνονθύλευμα, τὸ προβάλλον ὡς σύστημα τοῦ Α ἢ τοῦ Β; Τὸ σύστημα τῆς μουσικῆς εἶναι ἑνιαῖον καὶ ἀδιαίρετον [...] Ἂς μὴ αἰτιώμεθα τοὺς ξένους. Ἡμεῖς καὶ μόνοι ἡμεῖς εἴμεθα οἱ αἴτιοι τῆς καταπτώσεως τῆς ἡμετέρας ἐκκλ. μουσικῆς. Ἡμεῖς εἴμεθα οἱ ὑπονομεύσαντες τὸ ἡμέτερον μουσικὸν καθεστώς, ἄλλος διὰ τῶν μουσικῶν ἀτασθαλειῶν του, ἄλλος διὰ τῶν ἀτάκτων κρωγμῶν του καὶ ἄλλος διὰ τῶν ἐπιληψίμων ἐκδόσεών του. Ἂν ὑπάρχῃ τις ὁ δυσπιστῶν, δὲν ἔχει εἰμὴ νὰ ρίψῃ ἓν βλέμμα εἰς τὴν ἐπικρατοῦσαν ἐν ταῖς ἁπανταχοῦ ἐκκλησίαις κατάστασιν καὶ ἔχομεν τὴν πεποίθησιν, ὅτι δὲν θὰ ἐπιρρίψῃ καθ' ἡμῶν τὸ ἄδικον [...] Ἡ μουσικὴ ἡμῶν οὐδεμιᾶς μεταβολῆς ἢ τροπολογίας ἔχει ἀνάγκην [...] Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ἔχει ἀνάγκην ῥιζικῆς μεταβολῆς, εἶναι τὸ ψαλτικὸν αὐτῆς μέρος. Καὶ διὰ τοῦτο τείνοντες ἀλλήλοις τὴν χεῖρα, κατὰ μέρος δὲ ἀφίνοντες τὴν παιδαριώδη πολυπραγμοσύνην καὶ τὰς ἀνιαρὰς ἐκείνας μικροφιλοτιμίας, ὀφείλομεν τὸ ἐφ' ἡμῖν ἕκαστος νὰ βοηθήσωμεν τοὺς ὁπωσδήποτε ἀναλαβόντας τὴν πρωτοβουλίαν ταύτην, οὕτως ὥστε πρὸ τῶν ἐπιφθόνων ὀμμάτων τῶν ξένων νὰ ἐμφανισθῶμεν συνησπισμένοι εἰς ἓν καὶ μόνον σύστημα, οὐχὶ δὲ κατατετμημένοι εἰς ἀμφιβόλου ἀξίας καὶ προελεύσεως συστήματα καὶ οὐτοπίας [...] Ἀλλ' εἰς τὴν ἐργασίαν ταύτην πρέπει νὰ ἔλθωσιν ἐπίκουροι οἱ ἁπανταχοῦ μουσικοὶ καὶ μουσικολόγοι, μὴ ὑστεροῦντες καὶ οὗτοι εἰς τὴν παλιγγενεσίαν τῆς ἐθνικῆς ἡμῶν μουσικῆς. Καὶ δὲν θὰ ὑστερήσωσιν, ἂν συνασπιζόμενοι, καὶ τὸ τί 'σαι σὺ καὶ τί 'μαι ἐγὼ ἐκποδὼν ποιούμενοι, θέσωσιν ὡς κοινὴν βάσιν τῆς μεταξὺ αὐτῶν συνεννοήσεως, τὴν ἐν αἷς ψάλλουσιν ἐκκλησίαις ἀναστήλωσιν τῆς ἁγνῆς ἐκκλ. μουσικῆς γραμμῆς...».

* * *

Ὁρατός, νομίζω, προβάλλει ὁ κίνδυνος μετὰ παρέλευση ἄλλων ἑκατὸ (κατὰ αἰσιόδοξη πρόβλεψη) χρόνων νὰ ἐξακολουθοῦμε νὰ ἀναζητοῦμε λύση στὰ ἴδια πάντοτε προβλήματα, ὁπότε -κάτω ἀπὸ μιὰ τέτοια (βάσιμη) προοπτικὴ- ὁποιοσδήποτε «ὁραματισμὸς» φαντάζει οὐτοπικὸς καὶ ἐκ τῶν προτέρων «καταδικασμένος». Καὶ δὲν εἶναι λίγοι οἱ ὁραματισμοί μας γιὰ τὸ μέλλον τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, ὁραματισμοὶ ποὺ ἀφοροῦν τὴν ἔρευνα, τὴ διδασκαλία, τὴ διάδοση καὶ προβολή, κυρίως ὅμως τὸ ἄκουσμα, τὸν ἦχο τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς· σχολιάζω ἐντελῶς ἐπιγραμματικά:

· ἡ ἔρευνα
Ἡ πρόοδος ποὺ κατὰ τὰ τελευταῖα χρόνια ἔχει συντελεσθεῖ (διεθνῶς καὶ στὰ καθ’ ἡμᾶς) γύρω ἀπὸ τὴν ἔρευνα ποικίλων (θεωρητικῶν καὶ πρακτικῶν) θεμάτων τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς εἶναι, ἀναμφίβολα, ἐντυπωσιακή. Διακρίνεται, ὡστόσο, ἀπὸ μιὰ τάση ἀπόλυτης σχεδὸν ἐξειδίκευσης. Γιὰ τὴν ἐπιστημονικὴ ἔρευνα, βέβαια, ἡ ἐξειδίκευση εἶναι στοιχεῖο ὄχι ἁπλῶς θεμιτὸ ἀλλὰ καὶ ἐπιδιωκόμενο. Παρ’ ὅλ’ αὐτά, καὶ χωρὶς –πρὸς Θεοῦ- νὰ ἀρνοῦμαι τὴν ἐξειδίκευση, πιστεύω ὅτι ὁλονὲν καὶ ἐπιτακτικότερα προβάλλει ἡ ἀνάγκη παράλληλης «διεπιστημονικῆς» διερεύνησης νέων πτυχῶν (ἢ ἀκόμη καὶ ἡ ἐπανεξέταση παλαιότερων καὶ ἤδη ἐρευνημένων ζητημάτων) τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς. Αὐτὴ δὲ ἡ «διεπιστημονικότητα» στὴ Βυζαντινὴ Μουσικὴ εἶναι δυνατὸν νὰ νοηθεῖ τόσο σὲ «στενὴ» ὅσο καὶ σὲ «εὐρεῖα» ἔννοια. Κατὰ τὴν πρώτη, εἶναι ἀναμενόμενο δεδομένα τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς νὰ συνεκτιμῶνται μὲ ἀντίστοιχα τοῦ χώρου ὅπου αὐτὴ ἡ τέχνη ἀναπτύσσεται, τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ χώρου δηλαδή· ἔτσι, ἡ μουσικὴ θὰ ἐξετάζεται καὶ θὰ ἀξιολογεῖται καὶ μέσα ἀπὸ τὴ Λειτουργική, τὴν Τελετουργική, τὸ Τυπικό, τὴν Ὑμνογραφία, τὴν Ἁγιογραφία, τὸ Κανονικὸ Δίκαιο, τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, ἀκόμη δὲ καὶ τὴν Ναοδομία. Σὲ μιὰ δεύτερη -«εὐρεῖα»- ἔννοια, τὸ φαινόμενο τῆς μουσικῆς δημιουργίας εἶναι δυνατὸν νὰ προσεγγίζεται καὶ βάσει τῶν λεγόμενων κοινωνικῶν συμφραζόμενων· θὰ πρέπει, δηλαδή, ἐδῶ νὰ ἐρευνᾶται –καὶ αὐτὴ εἶναι μιὰ τακτικὴ μὴ ἀναμενόμενη, ἐνδεχομένως, καθότι παραμένει ἀνεφάρμοστη ὣς σήμερα, ἀλλὰ πάντως ἐπιβεβλημένη ἀπὸ τὶς σύγχρονες διεθνεῖς τάσεις τῆς ἐπιστημονικῆς ἔρευνας- κατὰ πόσο ἱστορικά, κοινωνικά, πολιτικά, λαογραφικά, ἀκόμη καὶ ἀνθρωπολογικὰ δεδομένα ἐπηρεάζουν, καθορίζουν καὶ διαμορφώνουν τόσο τὴν ἴδια τὴ μουσικὴ ὅσο καὶ ὁ,τιδήποτε σχετίζεται μ’ αὐτήν. Παρόμοιες σφαιρικὲς προσεγγίσεις εἶναι σίγουρο ὅτι θὰ διευρύνουν τὴν -λόγῳ τῆς ἐξειδίκευσης- περιορισμένη (ἢ ἀναμενόμενη) ὣς σήμερα προοπτικὴ προσέγγισης τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, ἐνῶ παράλληλα θὰ ὀφελήσουν πολλαπλῶς ὄχι μόνον τοὺς ἐπιστήμονες μουσικολόγους ἀλλὰ καὶ τοὺς καλλιτέχνες ψάλτες.

· ἡ διδασκαλία
Δύο εἶναι, πιστεύω, οἱ βασικοὶ στόχοι γιὰ τὸ μέλλον τῆς διδασκαλίας τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς· ἀφ’ ἑνὸς μὲν ἡ κωδικοποίηση ἑνὸς ἑνοποιημένου σχετικοῦ συστήματος, ἀφ’ ἑτέρου δὲ ἡ συστηματικὴ ὀργάνωση τῆς ὅλης μεθοδολογίας τῆς παιδευτικῆς διαδικασίας. Ἡ «ἐπανένωση» τῶν θεωρητικῶν καὶ πρακτικῶν δεδομένων τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς εἶναι ἕνα πάγιο ζητούμενο, ἤδη ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς περίφημης μουσικῆς μεταρρύθμισης τοῦ 1814 (στὴν ὁποία καὶ χρεώνεται -ὄχι ἄδικα- αὐτὴ ἡ θρυλικὴ πλέον «διάσταση»)· καὶ εἶναι πλέον κοινὸς τόπος (τουλάχιστον στὴ σχετικὴ ἐπιστημονικὴ ἔρευνα) ὅτι ἂν ποτὲ ἀρθοῦν οἱ ἑκατέρωθεν διαφοροποιήσεις, καὶ τὰ πάντα θεωρηθοῦν ὡς ἑνιαῖο σύνολο, τὰ ἄλλοτε ἀκατανόητα θὰ μετατραποῦν εὔκολα σὲ κατανοητὰ καὶ οἱ σπουδάζοντες τὴ Βυζαντινὴ Μουσικὴ θὰ διευκολυνθοῦν καθοριστικά. Ἀπομένει, βέβαια, ὄχι μόνον ἡ ὑλοποίηση αὐτοῦ τοῦ (γοητευτικοῦ μὲν πλὴν ὅμως δυσεπίτευκτου) ἐγχειρήματος, ἀλλὰ -μετὰ ταῦτα- καὶ ἡ ἐκ νέου ὀργάνωση τῆς διδασκαλίας τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς σύμφωνα μὲ τοὺς γενικότερους κανόνες τῆς παιδαγωγικῆς ἐπιστήμης. Πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτή, πιστεύω ἀκράδαντα ὅτι στὰ παραδεδομένα σχετικὰ θεωρητικογραφήματα λανθάνουν σπουδαῖοι κανόνες καὶ βασικὲς ἀρχὲς τῆς διδακτικῆς τῆς Ψαλτικῆς, εὐφυεῖς εἰκόνες, εὐφάνταστα σχήματα καὶ σοφὰ στὴ σύλληψή τους σύμβολα, ἄριστες παιδαγωγικὰ μέθοδοι, ποὺ τὰ μάλα ἐνδείκνυνται γιὰ μιὰν ἄρτια καὶ ὁμαλὴ μετάδοση τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς στοὺς μαθητές· αὐτὰ πρέπει νὰ ἁλιευθοῦν καὶ (μαζὶ μὲ τὶς ἄλλες γενικὲς παιδαγωγικὲς ἀρχὲς) νὰ ἐνσωματωθοῦν ἄμεσα στὴν ψαλτικὴ παιδευτικὴ διαδικασία.

· ἡ διάδοση καὶ προβολή
Τὸ θέμα τῆς διάδοσης καὶ προβολῆς τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς ἔχει –κατὰ τὴ γνώμη μου- δύο διαστάσεις: τί προβάλλεται ὡς Βυζαντινὴ Μουσικὴ καὶ πῶς προβάλλεται ἡ Βυζαντινὴ Μουσική. Τόσο ἡ σύγχρονη τεχνολογία ὅσο καὶ οἱ δημοκρατικὲς ἀρχὲς τῆς ἐλεύθερης διακίνησης τῶν ἰδεῶν, ἐπιτρέπουν πλέον (καὶ πολὺ καλῶς, βέβαια) τὴν εὐχερῆ διάδοση ὁποιασδήποτε ψαλτικῆς δημιουργίας· ὁ καθένας [: σχεδὸν ὅλοι στὶς μέρες μας] ἐκδίδει βιβλία (θεωρητικοῦ ἢ πρακτικοῦ περιεχομένου) καὶ κυκλοφορεῖ δίσκους ἢ κασέτες (μὲ μονοφωνικὲς ἢ ἀπὸ χοροῦ ἑρμηνεῖες). Γιὰ τὴν ἑλλαδικὴ πραγματικότητα τὸ φαινόμενο μαρτυρεῖ ἕναν ἐνδιαφέροντα πλουραλισμό· τὸ κοινολογούμενο (ἔντυπο ἢ ἠχογραφημένο) ὑλικὸ τίθεται στὴν κρίση (ἐπαϊόντων καὶ μὴ) ἀποδεκτῶν καὶ ἀξιολογεῖται ἁρμοδίως. Ὅσο, ὅμως, τὸ ἴδιο φαινόμενο λαμβάνει ἀνησυχητικὲς «διεθνεῖς διαστάσεις» ἐξελίσσεται σὲ μιὰν ἀνεξέλεγκτη, ἐν πολλοῖς, κατάσταση, ποὺ (ὅπως καὶ ἐξ ἰδίας πείρας διαπίστωσα ἐσχάτως) μόνον ὀδυνηρὲς ἐμπειρίες τροφοδοτεῖ. Οἱ ἀλλόγλωσσοι ὁμόδοξοι δὲν δύνανται -ὅπως εἶναι προφανές- νὰ ἀποτιμήσουν οὐσιαστικὰ τὸ περιεχόμενο ἢ νὰ ἀξιολογήσουν ἐνδελεχῶς τὴν ποιότητα τέτοιων ἐκδόσεων· ἀλλ’ ἀναπόφευκτα καταφεύγουν σ’ αὐτές, κινούμενοι ἀπὸ τὶς πρακτικὲς ἀνάγκες γιὰ τὴν ὀργάνωση τῶν κατὰ χῶρες λατρευτικῶν συνάξεων, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἀγάπη τους γιὰ τὴν Ψαλτική, καὶ μέσῳ αὐτῶν ἀποπειρῶνται νὰ κατανοήσουν τὰ δεδομένα τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς· ἐπιπλέον δέ, στηριζόμενοι σὲ παρόμοιο ὑλικό, προσπαθοῦν (μέσῳ ἐπίπονων παράλληλων διαδικασιῶν μετάφρασης τοῦ πρωτογενοῦς ἕλληνος λόγου) νὰ προσαρμόσουν τὴ Βυζαντινὴ Μουσικὴ στὴ γλῶσσα τῆς χώρας τους. Καί, βέβαια, τραγικὸ (γιὰ ἐμᾶς τοὺς Ἕλληνες) προβάλλει τὸ ἐρώτημα· ποιά Βυζαντινὴ Μουσικὴ ἀγωνίζονται νὰ μάθουν καὶ νὰ προσαρμόσουν στὶς ἑκασταχοῦ συνθῆκες; Τίς, ὅμως, πταίει; Ἐκεῖνοι (οἱ καλοπροαίρετοι) ἢ ἐμεῖς (οἱ τάχα καὶ διδάσκαλοί τους); Ἡ εὐθύνη μας εἶναι τεράστια καὶ φοβοῦμαι πὼς εἴμαστε ἀναπολόγητοι. Μόνον ὅταν ἐπισκεπτόμαστε τὶς ἁπανταχοῦ ὀρθόδοξες κοινότητες κατανοοῦμε τὸ μέγεθος τοῦ προβλήματος. Ἀνυποψίαστοι ὁμογενεῖς πασχίζουν, μέσα ἀπὸ μιὰν πανσπερμία θεωρητικῶν ἀπόψεων, μέσα ἀπὸ μιὰν ἐκπληκτικὴ ποικιλία φωνητικῶν ἑρμηνειῶν, νὰ προσεγγίσουν τὴ Βυζαντινὴ Μουσική, τὴν ἴδια στιγμὴ ποὺ ἐμεῖς, «ἐπαναπαυμένοι» στὴν ἑλλαδικὴ πραγματικότητα, διεκδικοῦμε ἀδιαπραγμάτευτα τὸ δικαίωμα γιὰ τὴν προβολὴ καὶ διάδοση τῶν ὅποιων προσωπικῶν μουσικῶν δεξιοτήτων μας, ἀδιαφορώντας γιὰ τὶς μελλοντικὲς συνέπειες αὐτοῦ τοῦ ἐκδοτικοῦ ὀργασμοῦ. Μὲ ἀμηχανία ἀντιμετωπίζουμε τὸ φαινόμενο, ὁσάκις παριστάμεθα μάρτυρες, καὶ ἀδυνατοῦμε νὰ προτείνουμε λύσεις. Δὲν πρέπει, ἐπιτέλους, κάποιος νὰ ἐλέγχει τί διαδίδεται; Παράλληλα, ὁ τρόπος προβολῆς τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς εἶναι ἀνάγκη νὰ ὑπερβεῖ τὰ διαμορφωμένα στεγανὰ πλαίσια, τὰ ἐπηρεασμένα -ἀναπόφευκτα- ἀπὸ τὶς συντηρητικές, ἐν πολλοῖς, διαθέσεις τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ περιβάλλοντος, προκειμένου αὐτὴ ἡ τέχνη καὶ ἐπιστήμη νὰ γίνει πιὸ ἑλκυστικὴ γιὰ τὸν σύγχρονο κόσμο καὶ μάλιστα γιὰ τὴ νεολαία· τοῦτο δὲ περισσότερο ἐπιβάλλεται ἐφ’ ὅσον προσδοκοῦμε διάδοση τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς σὲ νέο κοινό, ἄσχετο πρὸς τὸν ἑλληνισμὸ καὶ τὴν ὀρθοδοξία. Τὸ ζήτημα εἶναι μεγάλο καί, βέβαια, ὑπαινικτικὰ μόνον θίγεται ἐδῶ. Κάποτε, θὰ πρέπει νὰ τολμήσουμε νὰ διαφοροποιηθοῦμε, ἐνδεχομένως, ἀκόμη καὶ ἀπὸ καθιερωμένα ἐξωτερικὰ σχήματα, ποὺ θέλουν τὴ Βυζαντινὴ Μουσικὴ νὰ ἐκπροσωπεῖται ἀπὸ ἀνθρώπους μὲ συγκεκριμένο ἐνδυματολογικὸ κώδικα, ἰδιότυπη (λεκτικὴ ἢ γραπτὴ) μορφὴ ἐπικοινωνίας, «ἀποστειρωμένη» -γενικότερα- συμπεριφορά. Κάτι τέτοιο δὲν σηματοδοτεῖ ἀνησυχητικὴ παρέκκλιση καὶ ἀσεβῆ ἀποπροσανατολισμὸ τοῦ συγκεκριμένου χαρακτήρα τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς· δηλώνει, ἁπλῶς, τὴ δημιουργικὴ τόλμη μας γιὰ ἐκμετάλλευση τῆς ἐνυπάρχουσας στὴν Ψαλτικὴ «ἐλαστικότητας», μιᾶς «ἐλαστικότητας» ποὺ μπορεῖ νὰ ἐγγυηθεῖ τὴν ἀπρόσκοπτη προβολὴ καὶ διάδοσή της ἀκόμη καὶ ἐκτὸς τοῦ οἰκείου της χώρου. Ἂς θυμηθοῦμε, ἄλλωστε, καὶ τὸ τοῦ Ἀποστόλου (Α΄ Κορ. θ΄, 22, 19): «…τοῖς πᾶσιν γέγονα πάντα […] ἵνα τοὺς πλείονας κερδήσω…».

· ὁ ἦχος
Ἐδῶ θὰ ἐπιμείνω κάπως περισσότερο· δικαίως, νομίζω, διότι μέσῳ τοῦ ἰδιαίτερου ἤχου της γνωρίζεται εὐρύτερα ἡ Βυζαντινὴ Μουσική, μεταξὺ τόσο τῶν (εὐάριθμων) ἐπαϊόντων ὅσο –καὶ κυρίως- τῶν (πολυπληθέστερων) ἀδαῶν. Ποιός ἦταν, ποιός εἶναι καὶ πῶς φανταζόμαστε τὸν μελλοντικὸ ἦχο τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς; Προσωπικά, συντάσσομαι μὲ τὸν Παπαδιαμάντη, ποὺ ἐδῶ καὶ πάνω ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια ὑπεδείκνυε ὅτι «…ὀφείλομεν νὰ ψάλλωμεν ἐν Ἐκκλησίᾳ μὲ πραείας φωνάς, μὲ φωνὴν αὔρας λεπτῆς, καὶ ὄχι μὲ πολυφωνίας καὶ παραφωνίας, αἵτινες ὁμοιάζουν μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ ἀνέμου τὸ βίαιον καὶ μὲ τὸν συσσεισμόν, μέσῳ τῶν ὁποίων δὲν ἐφανερώθη ὁ Θεός…» [«Φωνὴ αὔρας λεπτῆς», Ἅπαντα, τόμος πέμπτος, κριτικὴ ἔκδοση Ν.Δ.Τριανταφυλλόπουλος, Ἀθήνα 1988, σσ. 232-233]. Προσωπικά, ἀδυνατῶ νὰ ἐνωτισθῶ τὸν ἦχο τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς διαφορετικὸ ἀπ’ ὅ,τι συμβολίζει ἐκεῖνος ὁ βιβλικὸς ἦχος τῆς φωνῆς τῆς λεπτῆς αὔρας· καὶ χαίρω, ποὺ ἀναδιφώντας σὲ παλαιότερα μουσικολογήματα βρίσκω ἀναπάντεχους ὁμοϊδεάτες, ὅπως τὸν ἐκ Σύμης Βασίλειο Μελιδώνη: «…ἀληθὴς καὶ ἐθνικῇ πρόοδος ἐν τῇ Μουσικῇ ἡμῶν πιστεύομεν ὅτι θὰ ἐπιτελῆται [...] <ὅταν> ἀναμνησθῶμεν τῆς Γραφῆς λεγούσης: "Καὶ ἰδοὺ Κύριος παρελεύσεται. Πνεῦμα μέγα κραταιὸν διαλύον ὄρη καὶ συντρίβον πέτρας ἐνώπιον Κυρίου· οὐκ ἐν τῷ πνεύματι Κύριος· καὶ μετὰ τὸν συσσεισμὸν πῦρ· οὐκ ἐν τῷ πυρὶ Κύριος· καὶ μετὰ τὸ πῦρ φωνὴ αὔρας λεπτῆς καὶ ἐκεῖ Κύριος". Πολλὰ εἶναι τὰ ἰδιώματα τῆς Μουσικῆς καὶ πολλὰ τὰ δι' αὐτῶν διεγειρόμενα συναισθήματα, εἰς ἓν ὅμως ἐξ αὐτῶν εἶνε ὁ Κύριος, ἐκεῖνο ὅπερ ἀνύψωσε πολλάκις τὸ πνεῦμα καὶ τὴν καρδίαν ἡμῶν μέχρι τῶν θρόνων τοῦ Ὑψίστου καὶ τοῦτο εἶνε ἡ Βυζαντινὴ Μουσικὴ αὕτη εἶνε ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος τῆς ἀληθοῦς τοῦ Ἕλληνος θείας λατρείας...» [«Ἡ ἔννοια τῆς προόδου καὶ τοῦ σκοποῦ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡμῶν μουσικῆς», Φόρμιγξ, περίοδος Β', ἔτος Ε' (Ζ'), ἀριθ. 11-12, Ἀθῆναι 15-30 Σεπτεμβρίου 1909, σ. 1]· ὑπερβαλόντως, ὅμως, χαίρω (καὶ ἀποκαλύπτομαι) ὅταν διδάσκομαι τὴ βαθύτερη, τὴν πραγματικὴ οὐσία μιᾶς τέχνης τῆς ὁποίας -αὐταπατώμενος- καλοῦμαι μύστης, μέσα ἀπὸ τὰ ἁπλᾶ λόγια ἑνὸς ἄμουσου, πλὴν ὅμως χαριτωμένου καὶ φωτισμένου, ἀκροατή της, σὰν τὸν γέροντα Παΐσιο: «...τί γλυκὰ «γυρίσματα» ἔχει ἡ βυζαντινὴ μουσική! Ἰδίως τὰ καθαρὰ βυζαντινὰ ἔχουν διάφορα ὄμορφα, γλυκὰ γυρίσματα. Ἄλλα λεπτὰ σὰν τὸ ἀηδόνι, ἄλλα σὰν ἁπαλὸ κυματάκι, ἄλλα δίνουν μιὰ μεγαλοπρέπεια. Ὅλα ἀποδίδουν, τονίζουν τὰ θεῖα νοήματα. Ὅμως σπάνια νὰ ἀκούσης αὐτὰ τὰ ὄμορφα γυρίσματα. Οἱ περισσότεροι ποὺ ψέλνουν τὰ λένε λειψά, κουτσουρεμένα, καλουπωμένα. Ἀφήνουν κενά, τρύπες! Καὶ τὸ κυριώτερο, τὰ λένε χωρὶς τόνο. Ἀπορῶ· δὲν ἔχουν ὀξεῖες αὐτὰ τὰ βιβλία τους; Σὰν τὴν σημερινὴ γραμματικὴ εἶναι χωρὶς τόνους, χωρὶς ὀξεῖες; Τελείως ρηχὰ τὰ λένε. Ὅλα τὰ πᾶνε ἴσια, λὲς καὶ πέρασε ὁδοστρωτήρας καὶ τὰ ἰσοπέδωσε ὅλα! «Πα-νη-ζω, πα-νη-ζω», πανίζουν-πανίζουν τὸν φοῦρνο καὶ ψωμὶ δὲν βγάζουν! Ἄλλοι πάλι τονίζουν χωρὶς καρδιὰ καὶ τσιρίζουν. Ἄλλοι τὰ τονίζουν ὅλα δυνατά, τὰ λένε καὶ ὅλα ἴσια, ὅλα καρφωτά, καὶ νομίζεις χτυποῦν καρφιὰ μὲ τὸ σκερπάνι. Ναί, ἀλήθεια, ἢ τελείως ἄτονα ἢ σκληρά! Δὲν σὲ ξεσηκώνουν ἐσωτερικά· δὲν σὲ ἀλλοιώνουν. Ἐνῶ πόσο γλυκειὰ εἶναι ἡ καθαρὴ βυζαντινὴ μουσική! Εἰρηνεύει, μαλακώνει τὴν ψυχή. Ἡ σωστὴ ψαλμωδία εἶναι τὸ ξεχείλισμα τῆς ἐσωτερικῆς πνευματικῆς καταστάσεως. Εἶναι θεία εὐφροσύνη! Δηλαδὴ εὐφραίνεται ἡ καρδιὰ ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ μὲ καρδιὰ εὐφρόσυνη μιλάει ὁ ἄνθρωπος στὸν Θεό. Ὅταν συμμετέχη κανεὶς σ’ αὐτὸ ποὺ ψάλλει, τότε ἀλλοιώνεται, μὲ τὴν καλὴ ἔννοια, καὶ ὁ ἴδιος καὶ οἱ ἄλλοι ποὺ τὸν ἀκοῦνε... » [Λόγοι Α΄. Μὲ πόνο καὶ ἀγάπη γιὰ τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο, Σουρωτῆ Θεσσαλονίκης 1998, σσ. 353-356].

* * *

Καὶ τὸ ἀκροτελεύτιο, ἀλλὰ καίριο, ἐρώτημα· πῶς θὰ ἐπιτευχθοῦν ὅλα αὐτά; Πάντοτε μπροστὰ σὲ μεγαλεπήβολους καὶ ὑψηλοὺς στόχους ἔχουμε δύο ἐπιλογές: τὴν -μὲ ἀπελπισία- παραίτηση ἢ τὴν -μὲ αἰσιοδοξία- ἐκκίνηση· καὶ αὐτὴ ἡ ἐκκίνηση ἔχει πάντοτε μιὰ συγκεκριμένη ἀρχή, ἀπέναντι ἀπὸ τὴν ὁποία (ἔστω καὶ σὲ ἄγνωστη ἢ ἀπροσδιόριστη ἀπόσταση) βρίσκεται σίγουρα τὸ ἀντίστοιχο τέλος. Ἀντί, λοιπόν, νὰ «μεριμνᾶμε καὶ τυρβάζουμε περὶ πολλά», λυσιτελέστερο θὰ ἦταν νὰ ἐπιμεληθοῦμε, πρωταρχικά, τοῦ «ἑνός, οὗτινός ἐστι χρεία» (Λουκ. 10, 41-42). Ἔτσι, ἀνάμεσα στοὺς παραπάνω (καὶ ἄλλους πολυπληθεῖς) ὁραματισμούς μας γιὰ τὸ μέλλον τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, βλέπω νὰ ξεχωρίζει ὡς ἀπόλυτα ἐπιτακτικὴ ἡ ἀνάγκη γεφύρωσης τοῦ μεγάλου «χάσματος» ποὺ «ἐστήρικται» (Λουκ. 16, 26) μεταξὺ τῶν ἐπὶ μέρους φορέων, θιασωτῶν καὶ θεραπόντων, τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς.

Τὸ πρόβλημα ἐπισημάνθηκε ἤδη προοιμιακά (διεκτραγωδημένο καὶ ἀπὸ τὴ γραφίδα τοῦ Ψάχου): πρέπει πολὺ πιὸ δημιουργικὸ νὰ ὁραματιστοῦμε τὸ «μέλλον» ποὺ οὕτως ἢ ἄλλως θὰ ἔχει ἡ Βυζαντινὴ Μουσική· πρέπει νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὶς «ἀγκυλώσεις» ποὺ ἐπὶ πολλὰ χρόνια ταλανίζουν τὸν χῶρο· πρέπει νὰ ἐντοπίσουμε ποὺ «νοσεῖ» τὸ σύστημα καὶ νὰ προσπαθήσουμε νὰ τὸ θεραπεύσουμε (καὶ τὸ πολυχρόνιον αὐτῆς τῆς «νόσου» εἶναι , δυστυχῶς, ἀποδεδειγμένη ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν ἱστορία κατάσταση)· πρέπει -ἐπιτέλους- νὰ συντελέσουμε οἱ πάντες (ὁποιαδήποτε θέση ἢ ἰδιότητα διακρίνει ἕκαστο) γιὰ τὴν ἕνωση τῶν ὅποιων «διεστώτων», συστρατευόμενοι σὲ κοινὸ ἀγῶνα ὑπὲρ τῆς ὅποιας βελτίωσης χρήζει ἡ κοινή μας τέχνη, ἐνῶ (φυσιολογικὰ) πορεύεται πρὸς τὸ μέλλον. Ἂς συμφωνήσουμε ὅτι ἐχέγγυα γιὰ τὸ μέλλον τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς ἀποτελοῦν οἱ λέξεις κλειδιά: γνώση, σύμπνοια, συνεργασία, ἀλληλεγγύη... καὶ ὄχι ἡμιμάθεια (ἤ, πρὸς Θεοῦ, δοκησισοφία), διχόνοια, ἀσυνεννοησία, διάσταση… Πρὸς χάριν τῆς ἐρατεινῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς δὲν ἀξίζει νὰ ἐγκαταλείψουμε τὶς ἔριδες καὶ τὶς ἀντεγκλήσεις; δὲν ἐπιβάλλεται νὰ τερματίσουμε τὸν περαιτέρω κατακερματισμὸ τῆς ἑνότητάς της καὶ ὡς τέχνης καὶ ὡς ἐπιστήμης;

Καὶ μέσῳ τῆς παρούσας ἡμερίδας, ἂς ἀπευθυνθεῖ παντοῦ –δανεισμένη καὶ παραφρασμένη ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο (Α΄ Κορ. 1, 10-13)- μία καὶ μόνη ἀγωνιώδης ἔκκληση: «παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, διὰ τοῦ ὀνόματος τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα τὸ αὐτὸ λέγητε πάντες καὶ μὴ ᾖ ἐν ὑμῖν σχίσματα, ἦτε δὲ κατηρτισμένοι ἐν τῷ αὐτῷ νοΐ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ. ἐδηλώθη γάρ μοι περὶ ὑμῶν, ἀδελφοί μου […], ὅτι ἔριδες ἐν ὑμῖν εἰσιν. Λέγω δὲ τοῦτο [...] μεμέρισται ἡ μουσική»;



*. Ἀνακοίνωση στὴν Α΄ διεθνῆ ἡμερίδα γιὰ τὴν Βυζαντινὴ Μουσικὴ [: Ἡ Βυζαντινὴ Μουσικὴ στὸν 21ο αἰῶνα: Προβληματισμοὶ καὶ προοπτικές] τοῦ Τμήματος Μουσικῆς Ἐπιστήμης καὶ Τέχνης τοῦ Πανεπιστημίου Μακεδονίας (Θεσσαλονίκη, 21 Ἀπριλίου 2007).

Σάββατο 24 Ιανουαρίου 2009

Α Χ Ι Λ Λ Ε Ω Σ Γ. Χ Α Λ Δ Α Ι Α Κ Η

Η ΨΑΛΤΙΚΗ ΩΣ ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΩΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

Παράδοση καὶ Νεωτερικότητα στὴ Βυζαντινὴ Μουσική

Ἀνακοίνωση στὸ 1ο ἐπιμορφωτικὸ συνέδριο Ἱερᾶς Συνόδου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (συνοδικῆς ἐπιτροπῆς χριστιανικῆς ἀγωγῆς τῆςνεότητος-Ἐπιτροπῆς καλλιτεχνικῶν ἐκδηλώσεων): Ἑλληνικὴ Μουσικὴ μέσο παιδείας καὶ πολιτισμοῦ, Βυζαντινὸ καὶ Χριστιανικὸ Μουσεῖο Ἀθηνῶν, 17 Δεκεμβρίου 2005

Π Ε Ρ Ι Λ Η Ψ Η
Διερευνᾶται, γενικά, ἡ ἐνυπάρχουσα στὴν ψαλτικὴ καλλιτεχνικὴ διάσταση, στὸ εἰδικώτερο πλαίσιο τοῦ δυσδιάστατου προβληματισμοῦ Παράδοση καὶ Νεωτερικότητα. Ἐπιχειρεῖται μιὰ πρωτογενὴς προσέγγιση τῶν ὑφισταμένων, στὴ θεωρία καὶ πράξη τῆς ψαλτικῆς, ἐπὶ μέρους βαθμίδων καὶ προβάλλεται κυρίως ὁ λεπτὸς διαχωρισμὸς μεταξὺ τῆς ψαλτικῆς ὡς τέχνης καὶ τῆς ψαλτικῆς ὡς ἐπιστήμης. Ἡ τελευταία διάσταση, ὄχι μὲ τὴ σύγχρονη ἔννοια τῆς "ἀκαδημαϊκῆς" θεώρησης τῆς ψαλτικῆς, ἀλλὰ μὲ τὴν ἔννοια τῆς "ἐν ἐπιγνώσει" κατανόησης καὶ τῆς "μετ' ἐπιστήμης ἀκριβοῦς τε καὶ ἀπταίστου" μεταχείρισης τῶν δεδομένων τῆς τέχνης, ἀποδεικνύεται καθοριστικὴ γιὰ τὴν κατὰ καιροὺς διατήρηση τῆς ἐπιθυμητῆς (καὶ ἀμφίσημης) ἰσορροπίας μεταξὺ τῆς ἑκάστοτε διαμορφωμένης παλαιᾶς καὶ τῆς συνακόλουθα διαφαινομένης νέας μουσικῆς παράδοσης.
Ὁ λόγος ἐξειδικεύεται, δειγματικά, μὲ τὴ στροφὴ τοῦ ἐνδιαφέροντος σὲ δύο συνθέσεις Πέτρου τοῦ Μπερεκέτη [δύο πολυελέους Δοῦλοι, Κύριον μελοποιημένους (ταυτόχρονα σχεδόν) σὲ ἦχο πλάγιο τοῦ τετάρτου καὶ πρῶτο], μέσῳ τῶν ὁποίων ὁ ἐν λόγῳ μελοποιὸς συνδέει, οὐσιαστικά, δύο τάσεις μελοποιίας [: ἡ μελοποιημένη σὲ ἦχο πλάγιο τοῦ τετάρτου σύνθεση ἀνήκει στὴν τεχνοτροπία τῶν προγενέστερων ὁμοειδῶν συνθέσεων καὶ μοιάζει ὡς ἔσχατος ἀπόηχος τῆς φθίνουσας παλαιᾶς μουσικῆς παράδοσης (γι' αὐτό, ἐνδεχομένως, μελοποιεῖται στὸν τελευταῖο ἦχο τῆς βυζαντινῆς ὀκταηχίας), ἐνῶ ἀντίθετα ἡ μελοποιημένη σὲ ἦχο πρῶτο σύνθεση ἐγκαινιάζει μιὰν καινοφανῆ, πλέον συνοπτική, μορφολογικὴ τεχνικὴ γιὰ τὴ μελοποίηση τῶν πολυελέων (αὐτὴ ποὺ στὴ συνέχεια θὰ ἐπικρατήσει καθολικά), τὴν ὁποία ὁ Μπερεκέτης προτείνει ἁρμονικά μέσῳ τοῦ πρώτου ἤχου τῆς βυζαντινῆς ὀκταηχίας]· στὴν κυριολεξία, ὅμως, μὲ τὴ μελοποίηση τῶν συγκεκριμένων συνθέσεων ὁ Μπερεκέτης γεφυρώνει, συμβολικὰ καὶ πραγματικά, δύο ἐποχές, ἤ, μὲ ἄλλα λόγια, ἐνῶ συντηρεῖ τὴν Παράδοση προτείνει παράλληλα καὶ τὴ Νεωτερικότητα.





Σύμφωνα μὲ τὸν βυζαντινὸ θεωρητικογράφο Γαβριὴλ τὸν ἱερομόναχο[1], ἡ ψαλτικὴ εἶναι "ἐ π ι σ τ ή μ η διὰ ῥυθμῶν καὶ μελῶν περὶ τοὺς θείους ὕμνους καταγινομένη". Πρόκειται γιὰ εὔγλωττη διασάφηση τῶν πραγματικῶν διαστάσεων μιᾶς μουσικῆς (τῆς λειτουργικῆς μουσικῆς τῆς ἑλληνορθόδοξης ἐκκλησίας), μιᾶς μουσικῆς τὴν ὁποία ὀρθὰ μὲν κατὰ τὰ τελευταῖα χρόνια ἀποτιμοῦμε ὡς τέχνη (χαρακτηρίζοντάς την ψαλτικὴ τέχνη), παράλληλα, ὅμως, μιᾶς μουσικῆς ποὺ λογίζεται ὄντως ὡς τέχνη, ὡς καλλιτεχνικὴ δημιουργία, μόνον ὅταν λειτουργεῖ καὶ ὡς ἐπιστήμη (ὅταν, δηλαδή, συμπεριλαμβάνει τὴν τέλεια γνώση τῶν αἰτίων καὶ τῶν ἀποτελεσμάτων της, τὴν ἄρτια κατανόηση τῆς διαδικασίας ἔμπνευσης καὶ σύνθεσής της, τὴν ἄψογη ἐφαρμογὴ τῆς μεθοδολογίας καταγραφῆς καὶ ἑρμηνείας της). Ἕνας ἄλλος βυζαντινὸς θεωρητικογράφος, ὁ λαμπαδάριος Μανουὴλ ὁ Χρυσάφης[2], προσδιορίζει τὸ ἐν προκειμένῳ ζητούμενο ἐπιτυχέστερα· "...οἱ φιλοτιμούμενοι ἐπὶ τὸ ψάλλειν εἰδέναι καὶ ἐπιστήμονες εἶναι τῆς ψαλτικῆς [...] μετ' ἐπιστήμης ἀκριβοῦς τε καὶ ἀπταίστου τὴν τοιαύτην μετέρχεσθαι τέχνην". "Μάθετε τὴν τέχνην, παροτρύνει χαρακτηριστικὰ ὅσους διεξέρχονται τὸ Θεωρητικὸ Χρυσάνθου τοῦ ἐκ Μαδύτων ὁ ἐκδότης του, Παναγιώτης ὁ Πελοπίδης[3], μάθετε τὴν τέχνην τῆς μελοποιίας, καὶ τὸν τρόπον τοῦ συνθέτειν τὰς μελῳδίας μὲ λόγον ἐπιστημονικώτατον, διὰ νὰ ἦσθε ἱκανοὶ νὰ προξενῆτε εἰς τοὺς ἀκροατάς σας τὴν χαράν, τὴν λύπην, τὴν χαύνωσιν, καὶ πᾶν ἄλλο ψυχικοῦ πάθους αἴσθημα· καὶ νὰ καυχᾶσθε ὅτι ἦσθε τέλειοι Μουσικοί, εἰδότες τὰ περὶ τὴν Μουσικήν".

Αὐτὴ ἡ κομβικὴ παρατήρηση, ποὺ προϋποθέτει ὡς ἀφοριστικὸ στοιχεῖο γιὰ τὴ θεωρητικὴ καὶ πρακτικὴ μουσικὴ τελειοποίηση τὴν προσέγγιση τῆς ψαλτικῆς κατὰ τὸ συναμφότερο: ἀπὸ τὴ σκοπιὰ τόσο τῆς τέχνης ὅσο καὶ τῆς ἐπιστήμης (μιὰ παρατήρηση ποὺ σήμερα, δυστυχῶς, ὁλονὲν καὶ περισσότερο λανθάνει τῆς προσοχῆς μας), ἀνακυκλώνεται σταθερὰ στὶς διαχρονικὰ καταγεγραμμένες θεωρητικὲς πηγὲς τῆς ψαλτικῆς. Ὁ Μανουὴλ Χρυσάφης, αἴφνης, τὴν ἐπισημαίνει ὡς τὸ κατὰ τὴν ἐποχή του ἐνοχλητικὸ ἔλλειμμα· στὴ θεωρητικὴ συγγραφή του λοιδωροῦνται, ἀκριβῶς, "...οἱ ἀμαθῶς καὶ ἀνεπιστημόνως ποιοῦντες ποιήματα καὶ κρίσιν ἐξάγοντες περὶ τούτων, οἵαν τοὺς τοιούτους ἐξάγειν εἰκός, καὶ διδάσκοντες ἐν πλάνῃ, μὴ εἰδότες ὃ λέγουσιν"[4]· ὁ ἴδιος, ἔναντι ὁποιασδήποτε πιθανῆς περίπτωσης ἑνὸς τέτοιου μουσικοῦ [ψάλτη, δασκάλου, μελοποιοῦ ἢ μουσικολόγου], σημειώνει τὴν ἑξῆς παρότρυνση· "κακῶς φρονεῖν τε καὶ λέγειν ἠγητέον τὸν τοιοῦτον, καὶ ἔξω τοῦ τῆς ἐπιστήμης ὀρθοῦ λόγου· διατίθεται γὰρ φαύλως περὶ <τὴν ψαλτικήν>, καὶ ἅπερ οὐκ οἶδε ταῦτα λαλεῖ ὑπ' ἀμαθείας, καὶ τοῦ μὴ ἐθέλειν δοκεῖν μεταμαθεῖν τὴν ἀλήθειαν, δι' ἀμέλειαν ἴσως καὶ τὸ ὑπερήφανος εἶναι καί τις τῶν κενοδόξων· ἔχει γὰρ ἀνεπιγνώστως [...] καὶ ἀνεπιστημόνως τὸ κατὰ τὸ ψάλλειν ἐνεργεῖν, καὶ λόγου παντὸς ἐκτὸς μελῳδῶν, ὡς τῶν ἰδιωτῶν τις, ἑπόμενος τῇ τοῦ μέλους ἀλόγως ἠχοῖ..."[5]. Ἀργότερα, Χρύσανθος ὁ ἐκ Μαδύτων διαβαθμίζει, λεπτότερα, τοὺς θιασῶτες τῆς ψαλτικῆς σὲ τρεῖς κατηγορίες: στοὺς ἐμπειρικούς, στοὺς τεχνίτες καὶ στοὺς ἐπιστήμονες[6]. Εἶναι δὲ ἐνδιαφέρον ὅτι ἀναγνωρίζει αὐτὴ τὴ διάκριση ὄχι μόνον στὸ θεωρητικὸ ἐπίπεδο (σ' ὅσους, κυρίως, ἀσχολοῦνται μὲ τὴ μελοποιία) ἀλλ' ἐξίσου καὶ στὸν πρακτικὸ τομέα τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς, στοὺς ἴδιους τοὺς ψάλτες δηλαδή· περιγράφοντας, μάλιστα, τοὺς κατὰ τὴν παραπάνω διαβάθμιση ψάλτες προβάλλει, γιὰ πρώτη φορά, τὴ διάσταση μεταξὺ ἄτεχνου καὶ ἔντεχνου, ἐνῶ διαφυλάσσει ἕνα ἀκόμη ὑψηλότερο ἀναβαθμὸ τῆς τέχνης, τὸν σχετιζόμενο μὲ τὴν ἐπιστημονικὴ θεώρηση τοῦ πράγματος, ποὺ εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι τὸν ταυτίζει μὲ τὴ μουσικὴ τελειότητα· "Ἄδει δέ τις ἢ ψάλλει ἀτέχνως -σημειώνει χαρακτηριστικά[7]-, ὅποιος ἀγνοῶν τοὺς κανόνας τῆς Μουσικῆς, εὐγάζει πολλοὺς φθόγγους, οἵτινες διαδέχονται ἀλλήλους, καὶ ἀρέσκει εἰς τοὺς ἀκροατάς. Ἐντέχνως δὲ ψάλλει, ὅποιος γνωρίζων τοὺς κανόνας τῆς Μουσικῆς, προφέρει τὸ μέλος ὅπερ παριστᾶται διὰ τῶν χαρακτήρων, καθὼς ἔφθασε νὰ τὸ διδαχθῇ· ἐπιστημονικῶς δὲ ψάλλει μόνον ὁ τέλειος Μουσικός. Τέλειος δὲ Μουσικὸς λέγεται, ὅποιος δύναται μὲν νὰ ψάλλῃ, προξενῶν ἢ τέρψιν, ἢ θλίψιν, ἢ ἐνθουσιασμόν, ἢ χαύνωσιν, ἢ ἐξόρμησιν, ἢ θάρσος, ἢ δέος, ἢ κᾀνένα ἀπὸ τὰ λοιπά, ἅτινα δύνανται νὰ κινῶσι τὴν ψυχὴν εἰς κᾀνένα πάθος. Δύναται δὲ νὰ μελίζῃ, γινώσκων ἀκριβῶς τὰ περὶ τὸ μέλος συμβαίνοντα· τουτέστιν ὅσα θεωροῦνται τριγύρω εἰς τὸ μέλος, φθόγγους, διαστήματα, τόνους, ἤχους, συστήματα, ῥυθμούς, ἁρμονίαν, λέξιν, καὶ τὰ λοιπά.

Ἡ ἐπιστημονικὴ διάσταση τῆς ψαλτικῆς τέχνης (ὅπως αὐτὴ ἀντανακλᾶται τόσο στὸν μουσικό, ἔτσι ὥστε αὐτὸς νὰ εἶναι -κατὰ τὸν Χρύσανθο[8]- "φιλόσοφος, καὶ ποιητής, καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τῆς πρώτης τάξεως", ὅσο καὶ στὴν ἴδια τὴ μουσική, ποὺ ἔτσι -κατὰ τὸν Πλούταρχο[9]- "δύναται νέων ψυχὰς πλάττειν τε καὶ ῥυθμίζειν ἐπὶ τὸ εὔσχημον") ἐγγυᾶται καὶ τὴν κατὰ καιροὺς διατήρηση τῆς ἐπιθυμητῆς (καὶ ἀμφίσημης) ἰσορροπίας μεταξὺ τῆς ἑκάστοτε διαμορφωμένης παλαιᾶς καὶ τῆς συνακόλουθα διαφαινόμενης νέας μουσικῆς παράδοσης. Μὲ ἄλλα λόγια, ὄχι μόνον ἡ καλλιτεχνικὴ ἀξία τῆς τέχνης, ἀλλὰ καὶ ἡ διαχρονικὴ ἐπιβίωσή της, οἱ ἁρμονικὲς κατὰ καιροὺς "μεταλλάξεις" της, ἡ μεταξὺ παραδοσιακοῦ καὶ νεωτερικοῦ συνεχὴς προσαρμοστικότητά της, ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὴν "ἐν ἐπιγνώσει καὶ πάσῃ αἰσθήσει"[10] κατανόηση καὶ τὴν "μετ' ἐπιστήμης ἀκριβοῦς τε καὶ ἀπταίστου"[11] μεταχείριση τῶν θεωρητικῶν καὶ πρακτικῶν δεδομένων τῆς ψαλτικῆς.

Γιὰ τὴν κατανόηση αὐτοῦ τοῦ λεπτοῦ διαχωρισμοῦ μεταξὺ τῆς ψαλτικῆς ὡς τέχνης καὶ τῆς ψαλτικῆς ὡς ἐπιστήμης, ἀλλὰ καὶ ὡς μιὰ μικρὴ συμβολὴ στὴ διερεύνηση τῶν ἐνυπαρχουσῶν στὴν ψαλτικὴ καλλιτεχνικῶν διαστάσεων, μάλιστα δὲ στὸ εἰδικώτερο πλαίσιο τοῦ δυσδιάστατου προβληματισμοῦ Παράδοση καὶ Νεωτερικότητα, ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ νὰ ἐπικαλεστῶ ἕνα ἐξειδικευμένο παράδειγμα, βασισμένο πάνω σὲ δύο συνθέσεις Πέτρου τοῦ Μπερεκέτη, συγκεκριμένα σὲ δύο πολυελέους Δοῦλοι, Κύριον μελοποιημένους σὲ ἦχο πλάγιο τοῦ τετάρτου καὶ πρῶτο[12]:
* * *

Πρόκειται γιὰ μελοποιήματα στὰ ὁποῖα ὁ ἐν λόγῳ συνθέτης, Πέτρος ὁ Μπερεκέτης, "μεταχειρίζεται" ἐσκεμμένα τὶς δύο φαινομενικὰ ἀντιφατικὲς ἔννοιες τῆς "παράδοσης" καὶ τοῦ "νεωτερισμοῦ", προκειμένου νὰ ὑποδείξει πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ὁδηγήσουν σὲ ἁρμονικὴ καλλιτεχνικὴ δημιουργία. Μελοποιώντας, ταυτόχρονα σχεδόν, δύο ὁμοειδεῖς συνθέσεις, τὴ μία (αὐτὴν τοῦ πλαγίου τετάρτου ἤχου) κατὰ τὴν τεχνοτροπία τῶν προγενέστερων ὁμοειδῶν συνθέσεων καὶ τὴν ἄλλη (ἐκείνη τοῦ πρώτου ἤχου) κατὰ μιὰν καινοφανῆ (πλέον συνοπτικὴ) μελικὴ τεχνική, ὁ Μπερεκέτης ὄχι μόνον συνδέει, οὐσιαστικά, δύο τάσεις μελοποιίας, ἀλλὰ καὶ γεφυρώνει, συμβολικὰ καὶ πραγματικά, δύο ἐποχές· μὲ ἄλλα λόγια, ἐνῶ συντηρεῖ τὴν παράδοση προτείνει παράλληλα καὶ τὸν νεωτερισμό.

Κατὰ τὰ πορίσματα τῆς ὣς τώρα ἔρευνας[13], αὐτοὶ οἱ δύο πολυέλεοι ἔχουν μελοποιηθεῖ κατὰ τὴν ἴδια χρονικὴ περίοδο, συγκεκριμένα κατὰ τὴν τελευταία πενταετία τοῦ 17ου αἰώνα. Ἐνῶ, ὅμως, ἡ μελοποιημένη σὲ ἦχο πρῶτο σύνθεση εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πλέον διαδεδομένα ὁμοειδῆ ποιήματα τῆς συγκεκριμένης χρονικῆς περιόδου, ἡ διάδοση τοῦ μελοποιημένου σὲ ἦχο πλάγιο τοῦ τετάρτου πολυελέου δὲν ἀγγίζει οὔτε τὸ 1/5 (ποσοστὸ 20%) τῆς ἀντίστοιχης τοῦ πρώτου. Καὶ τὰ δύο στοιχεῖα, τόσο τὸ ὁμόχρονο τῆς μελοποίησης τῶν πολυελέων, ὅσο καὶ ἡ διάδοσή τους, εἶναι, νομίζω, καθοριστικὰ γιὰ τὴν κατανόηση τῆς πραγματικῆς βούλησης τοῦ μελουργοῦ κατὰ τὴ σύνθεσή τους. Δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι, ὡς πρὸς τὴ μελοποιία, πρόκειται γιὰ δύο ἐντελῶς διαφορετικὲς μεταξύ τους συνθέσεις, στὶς ὁποῖες ὅμως κρύβονται, ἐπιμελῶς, ἀναπάντεχες μορφολογικὲς ὁμοιότητες:

· Ἡ μελικὴ διαφοροποίηση εἶναι δεδομένη, τόσο λόγῳ τῆς χρήσης διαφορετικοῦ γιὰ κάθε περίπτωση ἤχου ὅσο καὶ λόγῳ τῆς ὅλης μελικῆς μεταχείρισης· στὴ μιὰ περίπτωση ἔχουμε μέλος ἐκτενές, ἕως καὶ καλοφωνικό, ἐνῶ στὴν ἄλλη ἡ μελοποίηση εἶναι ἐντελῶς συνοπτική, σχεδὸν συλλαβική[14].

· Παράλληλα, καὶ ἐνῶ οἱ δύο συνθέσεις παρουσιάζουν αὐτὴ τὴ διαμετρικὴ μελικὴ ἀπόκλιση, ἐντοπίζονται μεταξύ τους ὁρισμένες ἀξιοσημείωτες μορφολογικὲς ὁμοιότητες (ὅπως, λόγου χάριν, τὸ κοινὸ γιὰ ὅλους τοὺς στίχους μέλος τοῦ ἐφυμνίου ἀλληλούια, ἀλλὰ καὶ γενικότερα τὰ ἀνὰ ζεύγη στίχων ὅμοια μελικὰ στοιχεῖα).

Ἀκριβῶς σ' αὐτὲς τὶς μορφολογικὲς ὁμοιότητες λανθάνει ὁ "ἐσωτερικὸς σύνδεσμος" τῶν δύο συνθέσεων. Προσωπικά, πιστεύω ὅτι δὲν πρόκειται ἁπλῶς γιὰ κάποιες κοινὲς δομικὲς φόρμες ποὺ συσχετίζουν μόνον τοὺς δύο συγκεκριμένους πολυελέους ἢ ἔστω δύο τάσεις μελοποιίας· στὴν οὐσία, πρόκειται γιὰ ἐκεῖνο τὸ στοιχεῖο, μέσῳ τοῦ ὁποίου (κατὰ εὑρηματικὴ σύλληψη τοῦ Μπερεκέτη) ἐπιχειρεῖται, μὲ ὁμαλὸ καὶ ἁρμονικὸ τρόπο, ἡ μετάβαση ἀπὸ τὸ παλαιὸ καὶ κλασικὸ στὸ νέο καὶ πρωτότυπο· ἡ σύνδεση τῆς συντηρητικῆς ἐποχῆς τῆς παράδοσης μὲ τὴν ἀνακαινισμένη ἐποχὴ τοῦ νεωτερισμοῦ. Ἐν προκειμένῳ:

· τὴν παράδοση ἀντιπροσωπεύει γενικότερα ὁ μελοποιημένος σὲ ἦχο πλάγιο τοῦ τετάρτου πολυέλεος. Εἶναι ἐμφανὲς ὅτι στὸ συγκεκριμένο μελοποίημα διασώζονται (συμπυκνωμένα, μάλιστα, σὲ ὑπερβολικὲς ἕως καὶ ἐξεζητημένες δόσεις) ὅλα ἐκεῖνα τὰ μελικὰ καὶ μορφολογικὰ στοιχεῖα ποὺ ὣς τὴν ἐποχὴ τοῦ Μπερεκέτη εἶχαν κωδικοποιηθεῖ καὶ εἶχαν παραδοθεῖ γιὰ τὴ μελοποιία τῶν πολυελέων (καὶ εἰδικότερα γιὰ τὸν ρλδ' ψαλμό)[15]. Κατὰ τὴ γνώμη μου, λοιπόν, ὁ παρὼν πολυέλεος δὲν ἀποτελεῖ τίποτε ἄλλο παρὰ μιὰ "ἀνακεφαλαίωση" ὅλης τῆς σχετικῆς παλαιᾶς παράδοσης.

· τὸν νεωτερισμὸ ἀντιπροσωπεύει, ἀντίστοιχα, ὁ μελοποιημένος σὲ ἦχο πρῶτο πολυέλεος. Ἂν ἡ προηγούμενη σύνθεση "ἀνακεφαλαιώνει" τὴν παλαιὰ παράδοση ἡ παροῦσα προτείνει εὔλογα τὴ νέα, μιὰ νέα παράδοση, ὅμως, ποὺ διασώζει ταυτόχρονα (σὲ συντομότερη καὶ ἁπλούστερη ἐκδοχὴ) στοιχεῖα τῆς παλαιᾶς. Μὲ ἄλλα λόγια, ὅ, τι στὴν προηγούμενη σύνθεση παρουσιάστηκε μεγεθυμένο καὶ στὸ ἔπακρο ἐμπλουτισμένο, ἐδῶ ἁπλοποιεῖται (πρωτίστως μελοποιητικά, ἀλλὰ καὶ μορφολογικά), μὲ τὴ βούληση νὰ παραμείνει μόνον (γιὰ νὰ κληροδοτηθεῖ στὶς ἑπόμενες γενεὲς) ἡ οὐσία καὶ ὁ πυρήνας τοῦ πράγματος[16].

Τὸ σημαντικότερο, βεβαίως, εἶναι ὅτι ἡ συγκεκριμένη προσπάθεια τοῦ Μπερεκέτη, νὰ ἰσορροπήσει ἀνάμεσα στὴν παράδοση καὶ στὸν νεωτερισμό, γίνεται ἂν ὄχι ταυτόχρονα τουλάχιστον κατὰ τὴν ἴδια χρονικὴ περίοδο. Χωρὶς ἀμφιβολία, τὸ φαινόμενο ὑπογραμμίζει τὴν οὐσιαστικὴ ἐπιθυμία τοῦ μελοποιοῦ νὰ ἀνταποκριθεῖ στὶς λειτουργικὲς ἀνάγκες τῆς ἐποχῆς του, νὰ ἀποδειχθεῖ συνεπὴς στὸν ἱστορικό του ρόλο. Ἡ "τύχη" αὐτῶν τῶν δύο συνθέσεων (δηλαδὴ ἡ ἀπήχηση ποὺ εἶχαν στὸν φιλόμουσο κόσμο) δικαιώνει ἐκ τῶν ὑστέρων τὸ ὅλο ἐγχείρημα τοῦ Μπερεκέτη. Ὁ ἴδιος, μάλιστα, φρόντισε νὰ "συμβολίσει" τὴν πράξη του μὲ τὴν ἐπιλογὴ τῶν συγκεκριμένων ἤχων: ὁ πολυέλεος ποὺ συμπυκνώνει τὴν παλαιὰ παράδοση μελοποιήθηκε (γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία τοῦ εἴδους) στὸν τελευταῖο ἦχο τῆς βυζαντινῆς ὀκταηχίας (στὸν πλάγιο τοῦ τετάρτου, δηλαδή), ἐνῶ ἀντίστοιχα ὁ πολυέλεος ποὺ ἐγκαινιάζει μιὰν ἀνανεωμένη παράδοση μελοποιήθηκε στὸν πρῶτο ἦχο. Τέλος καὶ ἀρχή. Ἀναρωτιέμαι· ὑπῆρχε, ἄραγε, καλύτερος "μουσικολογικὸς συμβολισμὸς" γιὰ τὴν ὁριακὴ τομὴ μεταξὺ παράδοσης καὶ νεωτερισμοῦ;

* * *

Τὸ παράδειγμα τοῦ Πέτρου Μπερεκέτη ἀποτελεῖ ἁπλῶς μιὰν -ἴσως τὴν πλέον εὔγλωττη καὶ ἐπιτυχῆ- ἀπεικόνιση τοῦ τρόπου ποὺ κατὰ ἐποχὲς ἡ ψαλτικὴ τέχνη ἀνανεώθηκε, ἐξισορροπώντας ἐπιτυχῶς μεταξὺ τῆς παράδοσης καὶ τῆς νεωτερικότητας:

Σήμερα, ἐνῶ καταγράφονται ἱκανὲς ἀπόπειρες ψαλτικοῦ νεωτερισμοῦ, γιὰ τὴν ἀνανέωση τῆς τέχνης, ἀγνοεῖται, δυστυχῶς, τὸ πλεῖστο μέρος τῆς προγενέστερης παράδοσης. Σήμερα, ἐνῶ ὀφλισκάνουμε (ἀλλοίμονο!) παντελῆ ἄγνοια τῆς ψαλτικῆς ἱστορίας, συντίθενται ἐκ νέου ὁλόκληρες ἀκολουθίες (τόσα μελοποιήματα, ὅσα, ἴσως, δὲν μελοποιήθηκαν ποτὲ στὴν μακραίωνη ἱστορία τῆς ψαλτικῆς μελοποιίας). Σήμερα, οὐδεὶς θυμᾶται (ἴσως, μᾶλλον, ὅλοι προσπαθοῦμε νὰ λησμονήσουμε) τὶς προεπισημανθεῖσες ψαλτικὲς διαβαθμίσεις τοῦ Χρυσάνθου· στὸ πλαίσιο, μόνον, μιᾶς κακῶς ἐννοουμένης "ἐλευθερίας", ὁ καθένας πράττει τὰ πάντα: ψάλλει, συνθέτει, θεωρητικολογεῖ, μουσικολογεῖ. Χαλαρώνουν, ἔτσι, τὰ κριτήρια, χάνεται τὸ μέτρο, καὶ μαζὶ χάνονται -μεταξὺ ἄλλων- καὶ οἱ ἀρχὲς τῆς ψαλτικῆς ἔκφρασης ἢ οἱ κανόνες τῆς μελοποιίας ποὺ διασώζουν "τὴ διαφορὰ τῶν μελῶν τῶν εἰδῶν τῆς ψαλμῳδίας"[17], τὸ "ποικίλον καὶ πολυσχιδὲς τῆς ψαλτικῆς μεταχειρίσεως"[18].

Στὴν ἐποχή μας, ποὺ ἐν πολλοῖς χαρακτηρίζεται ἀπὸ τέτοιου εἴδους μουσικὰ φαινόμενα, ὁ Μπερεκέτης ὑποδεικνύει τὸ μυστικὸ τῆς ὁμαλῆς συνέχειας καὶ διαχρονικῆς ἐπιβίωσης τῆς τέχνης, μὲ ἄλλα λόγια, πῶς ὁποιαδήποτε νεωτερικὴ προσέγγιση τῆς ψαλτικῆς θὰ καταστεῖ σύστοιχη καὶ ἀντάξια τῆς προϋφισταμένης παράδοσης, χωρὶς νὰ καταλήξει σὲ ἀτυχῆ κιβδήλωσή της: δὲν ἀρκεῖ ἁπλῶς ἡ ἐμπειρία, ἢ ἔστω ἡ τέχνη, οὔτε ἀκόμη ἡ καλὴ διάθεση καὶ οἱ ἀγαθὲς προθέσεις· ἀπαιτεῖται βαθειὰ καὶ συνειδητὴ καὶ βιωματικὴ καὶ ἀπόλυτη γνώση ὅλων τῶν παραμέτρων τῆς τέχνης, ἀπαιτεῖται δηλαδὴ ἐ π ι σ τ η μ ο σ ύ ν η.

"Καὶ ἡμᾶς -ὅπως, ἂν ζοῦσε σήμερα, θὰ μᾶς δίδασκε Μανουὴλ ὁ Χρυσάφης[19]-, εἴγε μὴ μέλλοιμεν τῆς ἀληθείας καὶ τῆς κατ' ἐπιστήμην ἀκριβείας διαμαρτάνειν, ποιεῖν οὕτω προσήκει καὶ ποιοῦντας μέμψαιτ' ἂν ὀρθῶς οὐδὲ εἷς, εἰ μὴ μᾶλλον καὶ ἐπαινέσειε".

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1]. Christian Hannick und Gerda Wolfram, Gabriel Hieromonachos. Abhandlung uber den Kirchengesang (CSRM I), Wien 1985, p. 3827-28.
[2]. Dimitri E. Conomos, The Treatise of Manuel Chrysaphes the Lampadarios: On the Theory of the Art of Chanting and on Certain Erroneoys Views That Some Hold About it (Mount Athos, Iviron Monastery MS 1120 [July, 1458]) (CSRM II), Wien 1985, p. 3611-12, 14-15.
[3]. Θεωρητικὸν Μέγα τῆς Μουσικῆς, συνταχθὲν μὲν παρὰ Χρυσάνθου Ἀρχιεπισκόπου Διρραχίου τοῦ ἐκ Μαδύτων, ἐκδοθὲν δὲ ὑπὸ Παναγιώτου Γ. Πελοπίδου Πελοποννησίου, διὰ φιλοτίμου συνδρομῆς τῶν ὁμογενῶν, ἐν Τεργέστῃ [...] 1832, σ. η'.
[4]. Dimitri E. Conomos, The Treatise of Manuel Chrysaphes the Lampadarios [...], ibid., p. 3842-45.
[5]. Ibid., pp. 38-4060-69.
[6]. Θεωρητικὸν Μέγα τῆς Μουσικῆς […], ὅ.π.,. σσ. 181-183, παράγραφοι 409-411: "Τὸ ἦθος τοῦ ἤχου διδάσκει τοὺς τωρινοὺς νὰ μελίζωσιν, ἢ κατ' ἐμπειρίαν, ἢ κατὰ τέχνην, ἢ κατ' ἐπιστήμην. Ὅσοι λοιπὸν μελίζουσι κατ' ἐμπειρίαν, αὐτοὶ δὲν γνωρίζουσιν οὔτε τοὺς μουσικοὺς χαρακτῆρας, οὔτε κᾀνένα ἀπὸ ἐκεῖνα, ὅσα διδάσκονται τεχνικῶς, ἢ ἐπιστημονικῶς εἰς τὴν Μουσικήν· ἀλλὰ ἀπὸ πολλὴν ἄσκησιν καὶ τριβὴν τοῦ ψάλλειν, ἀπέκτησαν εὐκολίαν καὶ δεξιότητα, τοῦ νὰ μελίζωσι τροπάρια κατὰ τοὺς ὀκτὼ ἤχους, ὅποιος προταθῇ [...] Ὅσοι δὲ μελίζουσι κατὰ τέχνην, αὐτοὶ γνωρίζουσι μὲν τοὺς μουσικοὺς χαρακτῆρας, κρατοῦσι δὲ εἰς τὴν φαντασίαν, ὅσα κατὰ λόγον διδάσκονται, ἕως ἐκεῖ ὅπου φθάνει ἡ κρίσις τῆς αἰσθήσεώς των. Αὐτοὶ ὅταν εἶναι φύσεως ῥοπὴν ἐχούσης εἰς τὴν Μουσικήν, καὶ καταβάλλωσι πολλὴν ἄσκησιν καὶ τριβὴν εἰς αὐτήν, ἀποκτῶσι τὴν δύναμιν τοῦ νὰ γράφωσι μὲ τοὺς χαρακτῆρας, ὅ,τι μέλος ἀκούσωσιν, ἢ φαντασθῶσι, καὶ νὰ ψάλλωσιν αὐτὸ πάντοτε παρομοίως καὶ ἀπαραλλάκτως· ἐπειδὴ ψάλλωσιν ἐντέχνως. Ὅσοι δὲ μελίζουσι κατ' ἐπιστήμην, αὐτοὶ γνωρίζουσι μὲν τοὺς μουσικοὺς χαρακτῆρας, κρατοῦσι δὲ εἰς τὴν φαντασίαν, ὅσα κατὰ λόγον διδάσκονται, ἕως ἐκεῖ ὅπου φθάνει ἡ κρίσις τοῦ νοός των· γινώσκουσι δὲ τὰς αἰτίας καὶ τοὺς λόγους τῶν ἀποτελεσμάτων τῆς μουσικῆς. Αὐτοὶ λοιπόν, ὅταν εἶναι φύσεως, ἥτις ἔχει ῥοπὴν εἰς τὴν Μουσικήν, καὶ ἐπιμένουσιν εἰς τὴν ἄσκησιν καὶ τριβὴν αὐτῆς, ἀποκτῶσι δύναμιν τοῦ νὰ ἐφευρίσκωσι μέλη τοιαῦτα, ὥστε νὰ δύνανται νὰ κινῶσι τὴν ψυχὴν τοῦ ἀκροατοῦ εἰς ὅ,τι θέλουσι. Μεταχειρίζονται δὲ εὐεπηβόλως μὲν τὰς μελῳδίας, προσφυέστατα δὲ τοὺς χαρακτῆρας. Ὄντες δὲ καὶ φιλόσοφοι, καὶ τῆς πρώτης τάξεως ἄνθρωποι, συντιθέασι καὶ στίχους ἰδίους, ἐκλέγοντες καὶ λέξεις ἁρμοδίας εἰς τοὺς σκοπούς των· καὶ τότε μὲ τρία δυνατὰ μέσα, μὲ τὴν μελῳδίαν δηλαδή, μὲ τὸν ῥυθμὸν καὶ μὲ τὴν λέξιν, ἐκτελοῦσι κάθε σκοπόν". Πρβλ. σχετικὰ καὶ Γιάννη Πλεμμένου, "Οὑμανισμὸς καὶ Νεοελληνικὴ Μουσικὴ Θεωρία: ἡ περίπτωση τοῦ Χρυσάνθου τοῦ ἐκ Μαδύτων (1832)", Μουσικὸς Λόγος 4 (2002), σσ. 28-39.
[7]. Θεωρητικὸν Μέγα τῆς Μουσικῆς […], ὅ.π., σσ. 3-4, παράγραφοι 7-8
[8]. Αὐτόθι, σ. 4, ὑποσημείωση α'.
[9]. Σύμφωνα μὲ μαρτυρία ποὺ ἐπίσης μεταφέρει ὁ Χρύσανθος (αὐτόθι)· πρβλ. καὶ Γιάννη Πλεμμένου, "Οὑμανισμὸς καὶ Νεοελληνικὴ Μουσικὴ Θεωρία [...]", ὅ.π., σ. 24 (ὅπου καὶ ἀκριβὴς παραπομπὴ σὲ ἔργο τοῦ Πλουτάρχου).
[10]. Φιλιπ. α', 9. Τὸ "ἐν ἐπιγνώσει" τονίζεται ἐδῶ σὲ ἀντιδιαστολὴ τόσο πρὸς τὸ "ἀνεπιγνώστως κατὰ τὸ ψάλλειν ἐνεργοῦσι" τοῦ Μανουὴλ Χρυσάφη (Dimitri E. Conomos, The Treatise of Manuel Chrysaphes the Lampadarios [...], ibid., p. 3866), ὅσο καὶ πρὸς τὸ "ἀνεπιγνώστως τὴν τέχνην γινώσκουσι" ἄλλου, ἀδήλου, θεωρητικογράφου (κῶδιξ ΕΒΕ 899, φ. 7r).
[11]. Dimitri E. Conomos, The Treatise of Manuel Chrysaphes the Lampadarios [...], ibid., p. 3614-15.
[12]. Στὴν ἀκόλουθη ἑνότητα συμπυκνώνονται (καὶ μεταφέρονται ἐδῶ μεταφρασμένα στὰ ἑλληνικὰ) τὰ βασικὰ σημεῖα σχετικῆς (γραμμένης, πρωτοτύπως, στὴν ἀγγλικὴ γλῶσσα) μελέτης τοῦ ὑποφαινομένου· “Tradition and Innovation in the Person of Petros Bereketes”, Tradition and Innovation in Late-and Postbyzantine Liturgical Chant. Acta of the Congress held at Hernen Castle, the Netherlands, in April 2005, Peeters-Leuven 2008, pp. 191-223 [μιὰ ἑλληνικὴ ἐκδοχὴ τοῦ ἴδιου κειμένου καταχωρίσθηκε πρόσφατα στὶς σσ. 121-154 τοῦ διδακτικοῦ ἐγχειριδίου τοῦ ὑποφαινομένου· Μελοποιΐα-Μορφολογία τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς. Προπαρασκευαστικὴ συναγωγὴ σημειώσεων καὶ μελετημάτων, Ἀθήνα 2007].
[13]. Ἀχιλλέως Γ. Χαλδαιάκη, Ὁ πολυέλεος στὴν βυζαντινὴ καὶ μεταβυζαντινὴ μελοποιία, Ἀθῆναι 2003, σσ. 796, 811-813 καὶ 809-814, 795-797, ἀντίστοιχα.
[14]. Βλ. σχετικὰ τοὺς δύο οἰκείους πίνακες ποὺ ἐπιτάσσονται τοῦ παρόντος μελετήματος καὶ περιλαμβάνουν τὸν πρῶτο στίχο ἑκατέρων τῶν συνθέσεων. Τὰ μουσικὰ κείμενα λαμβάνονται ἀπὸ τοὺς ἑξῆς κώδικες: Ἁγ. Στεφάνου Μετεώρων 127 [ἡ παλαιὰ σημειογραφία: ὁ πρῶτος στίχος τοῦ πολυελέου τοῦ πλαγίου τοῦ τετάρτου ἤχου ἐκ τοῦ φ. 83v καὶ ὁ πρῶτος στίχος τοῦ πολυελέου τοῦ πρώτου ἤχου ἐκ τοῦ φ. 88r], ΜΠΤ 744 [ἡ ἐξήγηση Γρηγορίου τοῦ πρωτοψάλτου: ὁ πρῶτος στίχος τοῦ πολυελέου τοῦ πλαγίου τοῦ τετάρτου ἤχου ἐλλείπει ἐκ τοῦ συγκεκριμένου χειρογράφου (λόγῳ ἀποκοπέντων φύλλων), ἀλλὰ ὁ πρῶτος στίχος τοῦ πολυελέου τοῦ πρώτου ἤχου λαμβάνεται ἐκ τοῦ φ. 1r-v] καὶ ΜΠΤ 712 [ἡ ἐξήγηση Χουρμουζίου τοῦ Χαρτοφύλακος: ὁ πρῶτος στίχος τοῦ πολυελέου τοῦ πλαγίου τοῦ τετάρτου ἤχου ἐκ τοῦ φ. 5r-v καὶ ὁ πρῶτος στίχος τοῦ πολυελέου τοῦ πρώτου ἤχου ἐκ τοῦ φ. 1r].
[15]. Ἐπισημαίνω ἐνδεικτικά (καὶ παραπέμπω, γιὰ περισσότερα, σὲ συγκεκριμένες σελίδες τῆς προμνημονευθείσας διατριβῆς μου)· ἀπὸ τὸν Λατρινὸ πολυέλεο: ἡ τεχνικὴ τῆς ἐπιβολῆς ἐξωψαλμικῶν κειμένων [σσ. 682-701, 553-648]· ἀπὸ τὸν πολυέλεο τοῦ Κουκουμᾶ: ἡ τεχνικὴ τῆς καλοφωνικῆς μεταχείρισης [σσ. 702-747, 657-676]· ἀπὸ τοὺς πολυελέους Μανουὴλ τοῦ Χρυσάφη καὶ Μπαλάση τοῦ ἱερέα: ἡ τεχνικὴ τῆς ἐπιβολῆς νενανισμῶν καὶ κρατημάτων [σσ. 756-761, 781-788]· ἀπὸ τὸν πολυέλεο Παναγιώτη τοῦ νέου Χρυσάφη: τὸ μορφολογικὸ χαρακτηριστικὸ τοῦ κοινοῦ γιὰ ὅλους τοὺς στίχους τοῦ πολυελέου μέλους τοῦ ἐφυμνίου ἀλληλούια [σσ. 761-776]· ἀπὸ τὸ σύνολο, ἀκόμη, τῶν ὁμοειδῶν βυζαντινῶν συνθέσεων: τὸ μορφολογικὸ χαρακτηριστικὸ τοῦ τερματισμοῦ τοῦ πολυελέου μὲ ἑνότητα ἀλληλουϊαρίου [σσ. 627-629].
[16]. Δύο εἶναι ἐδῶ τὰ ἀξιοσημείωτα δεδομένα· στοὺς ψαλμικοὺς στίχους: τὰ ψήγματα τῆς παραδεδομένης μορφολογικῆς τακτικῆς [: ἡ πλέον λιτὴ μορφολογικὴ δομή (ψαλμικὸς στίχος + ἐφύμνιο), κυρίως ὅμως τὸ κοινὸ μέλος τοῦ ἐφυμνίου καὶ ἡ ἀνὰ ζεύγη μελικὴ ἀντιστοιχία (περιορισμένη ἐδῶ στὴ ληκτικὴ συλλαβὴ τῆς τελευταίας λέξης τοῦ ψαλμικοῦ κειμένου)]· στὰ καταληκτικὰ δοξαστικὰ μαθήματα: ἡ καινοφανὴς μορφολογία [: ἡ προσθήκη στὸ τριαδικὸ μάθημα ἑνότητας νενανισμοῦ καὶ κρατήματος]. Πρόκειται γιὰ χαρακτηριστικὰ ποὺ γιὰ πρώτη φορὰ κωδικοποιοῦνται μὲ σαφήνεια ἀπὸ τὸν Μπερεκέτη καὶ υἱοθετοῦνται στὴ συνέχεια ἀπὸ ὅλους (σχεδὸν) τοὺς μεταβυζαντινοὺς μελοποιούς.
[17]. Θεωρητικὸν Μέγα τῆς Μουσικῆς […], ὅ.π., σ. 178, παράγραφος 400.
[18]. Dimitri E. Conomos, The Treatise of Manuel Chrysaphes the Lampadarios [...], ibid., p. 42105.
[19]. Ibid., p. 46163-166.




ΠΙΝΑΚΑΣ 1
Ὁ πρῶτος στίχος τοῦ μελοποιημένου σὲ ἦχο πλάγιο τοῦ τετάρτου πολυελέου Δοῦλοι, Κύριον Πέτρου μελῳδοῦ τοῦ Μπερεκέτη






ΠΙΝΑΚΑΣ 2
Ὁ πρῶτος στίχος τοῦ μελοποιημένου σὲ ἦχο πρῶτο πολυελέου Δοῦλοι, Κύριον
Πέτρου μελῳδοῦ τοῦ Μπερεκέτη

Παρασκευή 23 Ιανουαρίου 2009

Ἀ χ ι λ λ έ ω ς Γ. Χ α λ δ α ι ά κ η

Γιὰ τὰ ὑμνογραφικο-μουσικολογικὰ τοῦ ἁγίου Νεκταρίου*



Α'
Ἡ ἐνασχόληση τοῦ ἁγίου Νεκταρίου μὲ τὴν ποίηση εἶναι, πλέον, γνωστή[1]· ὁ ἴδιος, ἄλλωστε, παραδεχόταν: «Ἡ ἱερὰ ποίησις ἦν ἐμοὶ εὐφρόσυνός τις πνευματικὴ ἀσχολία ἱκανοποιοῦσα τὸ θρησκευτικόν μου συναίσθημα. Διὰ τῶν ὕμνων ἐξέφραζον τὸν θαυμασμόν μου εἰς τὰ τοῦ θείου Δημιουργοῦ θαυμάσια ἔργα καὶ ἐξύμνουν τὴν θείαν σοφίαν, τὴν θείαν ἀγαθότητα καὶ τὴν θείαν παντοδυναμίαν»[2].

Τὰ ποιητικὰ ἔργα τοῦ ἁγίου Νεκταρίου εἶναι κατὰ βάση τέσσερα, γνωστὰ ὑπὸ τοὺς τίτλους· Θεοτοκάριο[3], Ψαλτήριο[4], Τριαδικό[5], καὶ Κεκραγάριο[6]. Ἀπὸ ἄποψη περιεχομένου πρόκειται γιὰ ἥκιστα πρωτότυπα ἔργα, πρᾶγμα ποὺ (χωρὶς νὰ θίγει τὴ σχετικὴ ἐργασία τοῦ ἁγίου) προκύπτει ἀβίαστα ἀπὸ τὴν ὣς τώρα ἔρευνα. Γιὰ παράδειγμα, τὸ Κεκραγάριο εἶναι ἁπλῶς μιὰ «ἔμμετρη ἐκδοχὴ» τοῦ ὁμώνυμου βιβλίου τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου, ἐνῶ τὸ Ψαλτήριο εἶναι (ὅπως διευκρινίζεται στὸ ἐξώφυλλο τοῦ βιβλίου) τὸ γνωστὸ πόνημα τοῦ Δαβίδ, «ἐντεταμένον εἰς μέτρα κατὰ τὴν τονικὴν βάσιν, μετὰ ἑρμηνευτικῶν σημειώσεων»· ἔτσι, στὸ παραπάνω ποιητικὸ ἔργο τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, ὁ πρῶτος στίχος τοῦ πεντηκοστοῦ (δειγματικὰ) δαβιτικοῦ ψαλμοῦ [: Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου/ καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου] διαμορφώνεται (κατὰ ἐμφανῆ προσπάθεια ὑπαγωγῆς τοῦ πρωτότυπου σὲ ἕνα νεότροπο ἑνιαῖο ποιητικὸ μέτρο) ὡς ἑξῆς: Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, Θεὲ ἐλέησόν με/ κατὰ τὸ μέγα καὶ πολὺ καὶ θεῖον ἔλεός σου/ καὶ δὴ κατὰ τὸ ἄπειρον πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν Σου/ ἐξάλειψον, ἐκδυσωπῶ, Σὺ τὸ ἀνόμημά μου[7]. Παρόμοιο εἶναι καὶ τὸ περιεχόμενο τῶν ὑπόλοιπων δύο ποιητικῶν ἔργων τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, τοῦ Θεοτοκαρίου καὶ τοῦ Τριαδικοῦ, στὰ ὑμνογραφήματα τῶν ὁποίων ἀναγνωρίζονται (εὐχερῶς ἢ συγκεκαλυμμένα) ὁμοειδεῖς «μεταπλάσεις» (ἐκτὸς τῶν ἄλλων καὶ) γνωστῶν ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων. Γιὰ παράδειγμα, τὸ γνωστὸ κείμενο τῶν χαιρετισμῶν τῆς Παναγίας (καὶ ἐνδεικτικὰ ἐδῶ ὁ πρῶτος οἶκος τοῦ κοντακίου τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου) ἀναμορφώνεται στὸ Θεοτοκάριο τοῦ ἁγίου Νεκταρίου ὡς ἑξῆς:


Χαῖρε, δι' ἧς χαρὰ ἡμῖν ἐξέλαμψε,
χαῖρε, δι' ἦς ἀρὰ δεινὴ ἐξέλιπεν.
Χαῖρε, Ἀδὰμ πεσόντος ἡ ἀνάκλησις,
χαῖρε, τῆς Εὔας τῶν δακρύων λύτρωσις.
Χαῖρε, ὕψος ἄβατον βροτῶν λογισμοῖς,
χαῖρε, βάθος ἀγγέλοις δυσθεώρητον.
Χαῖρε, καθέδρα βασιλέως ἄχραντε,
χαῖρε, κρατοῦσα τὸν κρατοῦντα σύμπαντα.
Χαῖρε, ἀστὴρ ὁ ἐμφαίνων τὸν ἥλιον,
χαῖρε, γαστὴρ ἡ ἐνθέου σαρκώσεως.
Χαῖρε, δι' ἧς ἡ κτίσις νενεούργηται,
χαῖρε, δι' ἧς ὁ Κτίστης ἐβρεφούργηται,
Χαῖρε, νύμφη ἀνύμφευτε[8].


Βέβαια, ἀπὸ τὸ Τριαδικὸ καὶ κυρίως ἀπὸ τὸ Θεοτοκάριο (ποὺ παραμένει τὸ γνωστότερο καὶ λαοφιλέστερο ποιητικὸ ἔργο τοῦ ἁγίου Νεκταρίου) ξεχωρίζουν ὁρισμένα ποιήματα καταστρωμένα σὲ προσφιλῆ καὶ οἰκεῖα στὴν ὀρθόδοξη ἑλληνικὴ ὑμνογραφία ποιητικὰ μέτρα, ὅπως ὁ πολιτικὸς δεκαπεντασύλλαβος, κατὰ τὸν ὁποῖο ἀναπτύσσεται καὶ τὸ λίαν ἀγαπητό:

Ἁγνὴ παρθένε, δέσποινα, ἄχραντε Θεοτόκε,
παρθένε, μήτηρ ἄνασσα, πανέδροσέ τε πόκε.
Ὑψηλοτέρα οὐρανῶν, ἀκτίνων λαμπροτέρα,
χαρὰ παρθενικῶν χορῶν, ἀγγέλων ὑπερτέρα.
Ἐκλαμπροτέρα οὐρανῶν, φωτὸς καθαρωτέρα,
τῶν οὐρανίων στρατιῶν πασῶν ἁγιωτέρα[9].

Ἰδιαίτερα, ὅμως, πρέπει νὰ σταθοῦμε στὰ κατὰ παροξύτονα ἑνδεκασύλλαβα δίστιχα βαίνοντα ὑμνογραφήματα, μὲ τὰ ὁποῖα, μάλιστα, ξεκινάει τὸ ποιητικὸ περιεχόμενο τοῦ Θεοτοκαρίου:

Ἀνυμνῶν, μεγαλύνω σε, ἄχραντε,
τὴν τὸ γένος ἡμῶν μεγαλύνασαν.
Δυσωπῶν, δυσωπῶ σε, πανύμνητε,
τὴν ἀεὶ τὸν υἱὸν δυσωπήσασαν.
Εὐλογῶν, μακαρίζω σε, δέσποινα,
ἣν πιστῶν γενεαὶ μακαρίζουσιν.
Ἀναμέλπω τὴν χάριν σου, ἄνασσα,
ἣν ἀγγέλων χοροὶ μεγαλύνουσιν.
Ἀδιάφθορε, νύμφη ἀνύμφευτε,
ἱκετεύω τὸν νοῦν μου χαρίτωσον.
Ἀπειρόγαμε, κόρη ἀκήρατε,
δυσωπῶ σε τὰς κόρας μου φώτισον[10].


Πάνω σ' αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ μετρικὸ σχῆμα ὑπάρχουν (ἐκτὸς τῶν ἄλλων) ἕνας (ἀποδιδόμενος στὸν Ἰωάννη τὸν Δαμασκηνὸ) ὕμνος («ἀλφάβητος εἰς τὴν ὑπεραγίαν Θεοτόκον») ποὺ ἀρχίζει ὡς ἑξῆς:

Ἀνεσπέρου φωτὸς ἡ γεννήτρια,
ἐξαγγέλλοντι πρόσχες μοι, δέομαι...[11],


καθὼς καὶ ἄλλος παρόμοιος ὕμνος (ἄδηλου ποιητῆ), θησαυρισμένος σὲ ἁγιορειτικὸ κώδικα, ὑπὸ τὸ ἀκόλουθο (πολὺ ἐνδιαφέρον ἐν προκειμένῳ) προοίμιο:


Ἀναμέλπω τὴν χάριν σου, δέσποινα,
δυσωπῶ σε, τὸν νοῦν μου χαρίτωσον...[12].

Ἡ ταυτότητα (ὡς πρὸς τὸ μέτρο) ἢ ἡ ὁμοιότητα (ὡς πρὸς τὸ περιεχόμενο) τῶν παραπάνω ὕμνων πρὸς τοὺς ἀντίστοιχους τοῦ ἁγίου Νεκταρίου εἶναι προφανής, γεγονὸς ποὺ προδίδει ὄχι μόνον μιὰν πηγὴ ἔμπνευσης, ἀλλὰ καὶ ὁρισμένες ἀπὸ τὶς ποιητικὲς ἐξαρτήσεις τοῦ ἁγίου.


Β'
Ἡ προοπτικὴ τῶν ποιημάτων τοῦ ἁγίου Νεκταρίου εἶχε (σύμφωνα μὲ σαφεῖς αὐτομαρτυρίες του) καὶ λειτουργικὸ προσανατολισμό· προκειμένου, λοιπόν, αὐτὰ νὰ ψάλλονται καὶ κατὰ τὴ θεία λατρεία, ὁ ἴδιος μερίμνησε ὥστε (εἴτε ἐπὶ τῶν χειρογράφων τῶν σχετικῶν ἔργων, εἴτε στὶς ἔντυπες ἐκδόσεις τους) νὰ διασωθοῦν πληροφορίες γιὰ τὸν ἀκριβῆ τρόπο μουσικῆς ἑρμηνείας τους. Ἀξιολογώντας αὐτὲς τὶς πληροφορίες, μὲ σημερινὰ κριτήρια, θὰ παρατηρούσαμε (ἀβίαστα) ὅτι οἱ προτιμήσεις τοῦ ἁγίου Νεκταρίου διχάζονται ἀνάμεσα σὲ βυζαντινότροπα καὶ δυτικότροπα, τρόπον τινά, μουσικὰ δεδομένα.

Ἀρκετοὶ ὕμνοι τοῦ Θεοτοκαρίου, γιὰ παράδειγμα, εἶναι ποιημένοι πάνω στὸ πρότυπο γνωστῶν αὐτομέλων τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς· ἔτσι, ὁ ἐπίδοξος ψάλτης αὐτῶν τῶν ποιημάτων ἀρκεῖ ἁπλῶς («ἀποκωδικοποιώντας» τὴν ἁρμόδια ἐπισήμανση τοῦ ἁγίου ποιητῆ) νὰ «ἐνεργοποιήσει» τὴ σχετικὴ μαρτυρία. Ἰδοὺ ὁρισμένες ἐφαρμογὲς αὐτῆς τῆς παρατήρησης σὲ ποιήματα τοῦ Θεοτοκαρίου: ὁ πρῶτος δοξολογητικὸς ὕμνος «εἰς τὴν ἁγίαν παρθένον» ψάλλεται σὲ ἦχο πρῶτο, κατὰ τὸ Ὁ ἄγγελος ἐβόα[13]:


Δοξάζω σε, παρθένε, ὑμνῶ σε, παναγία,
τὴν χάριν σου κηρύττω, μήτηρ Θεοῦ, Μαρία.
Κυρίως Θεοτόκον, κόρη, ὁμολογῶ σε,
ἐξ ὅλης δὲ καρδίας θερμῶς ὑμνολογῶ σε[14].


Ἄλλος ὕμνος ψάλλεται σὲ ἦχο πλάγιο τοῦ τετάρτου κατὰ τὸ Ὦ τοῦ παραδόξου θαύματος:


Χαῖρε, παναγία δέσποινα, χαῖρε, παστὰς λογική,
χαῖρε, ἅρμα θεόλεκτον, χαῖρε, θρόνε πύρινε,
χαῖρε, παλάτιον ἔμψυχον, χαῖρε, τὰ Χερουβὶμ ὑπερέχουσα, χαῖρε, τὰ Σεραφὶμ ὑπερφέρουσα,
χαῖρε, ἀκήρατε, μήτηρ λόγου ἄλοχε, χαῖρε, φωτὸς
φωτοφόρον ὄχημα, χαῖρε, πιστῶν ἡ χαρά[15].


Κατὰ τὸν ἴδιο ἦχο μελίζεται, ἐπίσης, ἕνας θαυμάσιος ὀκταώδιος κανόνας τοῦ Θεοτοκαρίου, βασισμένος στὴν ἀκολουθία Ἁρματηλάτην Φαραώ:


Χαῖρε, παρθένε, παναγία, δέσποινα, χαῖρε, ἡ πάντων χαρά,
χαῖρε, λόγου μήτηρ, χαῖρε, θεία τράπεζα,
χαῖρε, σὺ ἡ ἀνέγερσις, χαῖρε, λύσις πικρίας,
χαρᾶς μερόπων ἀνόρθωσις,
χαῖρε, τῶν πιστῶν τὸ διάσωσμα[16].


Πρόκειται, ἐμφανῶς, γιὰ ἀμιγῶς βυζαντινὲς μελῳδίες ποὺ στοιχειοθετοῦν μία τάση τῶν μουσικῶν ἐπιλογῶν τοῦ ἁγίου Νεκταρίου.


Γιὰ ἄλλα, πάλι, τῶν ποιημάτων του ὁ ἅγιος Νεκτάριος παραδίδει ἰδιαίτερη μουσικὴ ἐπένδυση[17], ἡ ὁποία (ὅπως καὶ παραπάνω ἐπισημάνθηκε) μοιάζει δυτικότροπη. Τοῦτο, ὅμως, συμβαίνει μόνον ἂν ἡ ἐν λόγῳ μουσικὴ ἐπένδυση ἀποτιμηθεῖ βάσει τοῦ σύγχρονου μουσικοῦ αἰσθητηρίου· στὴν πραγματικότητα εἶναι ἀπόλυτα σύστοιχη πρὸς τὶς μουσικὲς τάσεις τῆς ἐποχῆς του. Γιὰ νὰ γίνει αὐτὸ κατανοητὸ ἀρκεῖ, ἴσως, ἕνα μόνον παράδειγμα: δέκα (περίπου) χρόνια πρὶν τὴ δημοσίευση τῶν ἐν λόγῳ μουσικῶν συνθέσεων τοῦ ἁγίου Νεκταρίου εἶχε κυκλοφορηθεῖ στὴν Κωνσταντινούπολη παρόμοια ἐργασία τοῦ (γνωστοῦ, ἀργότερα, ὡς «μεγαλοπρεποῦς» πρωτοψάλτου τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας) Ἰακώβου Ναυπλιώτου, ἀπὸ τὴν ὁποία καὶ ἐπιλέγω (τυχαία) τὸν ἀκόλουθο ὕμνο πρὸς τὴν Παναγία[18]:




Οἱ ἐντευξόμενοι φιλόμουσοι ἂς συγκρίνουν τὴν παραπάνω «μουσικὴ πρόταση» τοῦ Ναυπλιώτου μὲ τὸ μέλος ποὺ (γιὰ παρόμοιους ὕμνους πρὸς τὴν Παναγία) ἐπιλέγει ἀργότερα ὁ ἅγιος Νεκτάριος (πρόκειται, ἄλλωστε, γιὰ τὶς μελωδίες ποὺ ἀποδίδονται, ἀπὸ τὸν χορὸ τῶν Κρητῶν ἱεροσπουδαστῶν, στὴν παροῦσα μουσικὴ ἔκδοση) καὶ θὰ ἔχουν πρὸ ὀφθαλμῶν τὰ προφανῆ συμπεράσματα…

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
*. Στὸ παρὸν κείμενο [ποὺ ἔχει δοθεῖ στὸν φίλο Ἀνδρέα Γιακουμάκη γιὰ δημοσίευση σὲ ὑπὸ ἔκδοση ψηφιακὸ δίσκο τῆς χορωδίας τῶν Κρητῶν ἱεροσπουδαστῶν τῆς Ἀνωτάτης Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκαδημίας Κρήτης] σώζονται στοιχεῖα ποὺ πρωτοπαρουσιάστηκαν σὲ εἰδικὴ ὁμιλία τοῦ ὑποφαινόμενου κατὰ μουσικὴ ἐκδήλωση τῆς χορωδίας τῶν Κρητῶν ἱεροσπουδαστῶν τῆς (τότε) Ἀνωτέρας Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς Κρήτης, ποὺ διοργάνωσε στὴν Αἴγινα (στὸ προαύλιο τοῦ μητροπολιτικοῦ ναοῦ, τὴν 24η Ἰουνίου τοῦ ἔτους 2003) ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη Ὕδρας, Σπετσῶν καὶ Αἰγίνης.
[1]. Βλ. σχετικὰ Ἀχιλλέως Γ. Χαλδαιάκη, Ὁ ἅγιος Νεκτάριος καὶ ἡ ἀγάπη του γιὰ τὴν ποίηση καὶ τὴν μουσική. Εἰσαγωγικὸ σχεδίασμα στὴν ποιητικὴ-μουσικὴ διάσταση τοῦ ἔργου τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, [Ἀθῆναι 1998]. Πρβλ. καὶ τοῦ ἰδίου, «Δύο χειρόγραφα τοῦ Θεοτοκαρίου τοῦ ἁγίου Νεκταρίου», Θεολογία ΞΕ' (1994), σσ. 355-394. Τοῦ ἰδίου, «Ἡ μουσικότης τοῦ ἁγίου Νεκταρίου», Ὁ Ἐφημέριος ΜΔ' (1995), σσ. 313-316. Τοῦ ἰδίου, «Ὁ Πενταπόλεως Νεκτάριος Κεφαλᾶς· ἕνας μουσικώτατος ἅγιος τοῦ ἐκπνέοντος αἰῶνός μας», Θεοδρομία. Τριμηνιαία ἔκδοση ὀρθοδόξου διδαχῆς, ἔτος Α', τεῦχος 3, Ἰούλιος-Σεπτέμβριος 1999, σσ. 37-52. Τοῦ ἰδίου, «Ἡ ἀγάπη τοῦ ἁγίου Νεκταρίου διὰ τὴν μουσικὴν καὶ τὴν ποίησιν», Ἅγιος Νεκτάριος· ὁ πνευματικός, ὁ μοναστικός, ὁ ἐκκλησιαστικὸς ἡγέτης. Πρακτικὰ διορθοδόξου θεολογικοῦ ἐπιστημονικοῦ συνεδρίου ἐπὶ τῇ ἑκατονπεντηκονταετηρίδι (1846-1996) ἀπὸ τῆς γεννήσεως τοῦ ἁγίου Νεκταρίου (Αἴγινα, 21-23 Ὀκτωβρίου 1996), Ἀθῆναι 2000, σσ. 485-515. Τοῦ ἰδίου, «Ἅγιος Νεκτάριος· ὁ μελῳδὸς ἱεράρχης», Ἡ Αἰγιναία. Περιοδικὴ πολιτιστικὴ ἔκδοση, τεῦχος 4, Αἴγινα, Ἰούλιος-Δεκέμβριος 2001, σσ. 70-75.
[2]. Τριαδικόν, ἤτοι ᾠδαὶ καὶ ὕμνοι πρὸς τὸν ἐν Τριάδι Θεόν, ὑπὸ τοῦ μητροπολίτου Πενταπόλεως Νεκταρίου, ἐν Ἀθήναις […] 1909, σ. 3.
[3]. Θεοτοκάριον, ἤτοι προσευχητάριον μικρόν, περιέχον ᾠδὰς καὶ ὕμνους πρὸς τὴν ὑπεραγίαν Δέσποιναν ἡμῶν Θεοτόκον καὶ Ἀειπάρθενον Μαρίαν, ὑπὸ τοῦ μητροπολίτου Πενταπόλεως Νεκταρίου, Διευθυντοῦ τῆς ἐκκλησιαστικῆς Ῥιζαρείου Σχολῆς, ἐν Ἀθήναις […] 1905· καί· Θεοτοκάριον, ἤτοι ᾠδαὶ καὶ ὕμνοι πρὸς τὴν ὑπεραγίαν Θεοτόκον καὶ Ἀειπάρθενον Μαρίαν, ὑπὸ τοῦ μητροπολίτου Πενταπόλεως Νεκταρίου, Διευθυντοῦ τῆς ἐκκλησιαστικῆς Ῥιζαρείου Σχολῆς, ἔκδοσις δευτέρα ἐπηυξημένη, ἐν Ἀθήναις […] 1907.
[4]. Ψαλτήριον τοῦ προφητάνακτος Δαυΐδ, ἐντεταμένον εἰς μέτρα κατὰ τὴν τονικὴν βάσιν μετὰ ἑρμηνευτικῶν σημειώσεων, ὑπὸ τοῦ μητροπολίτου Πενταπόλεως Νεκταρίου Κεφαλᾶ, Διευθυντοῦ τῆς Ῥιζαρείου ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς, ἐν Ἀθήναις […] 1908.
[5]. Τριαδικόν [...], ὅ.π.
[6]. Κεκραγάριον τοῦ θείου καὶ ἱεροῦ Αὐγουστίνου ἐπισκόπου Ἱππῶνος, ἤτοι βιβλία τέσσαρα· Α', Αἱ Μελέται. Β', Τὰ Μονολόγια. Γ', Τὸ περὶ τῆς τοῦ Χριστοῦ θεωρίας. Δ', Τὸ περὶ συντριβῆς καρδίας, ἐν οἷς περιέχονται αἰνέσεις τε καὶ δεήσεις καὶ εὐχαριστίαι θερμόταται, ἃς ὁ θεσπέσιος Πατὴρ πρὸς Θεὸν ἀναπέμπων ἐκέκραγεν. Ἐνταθὲν εἰς μέτρα κατὰ τὴν τονικὴ βάσιν, ἐκ τῆς μεταφράσεως τοῦ Εὐγενίου τοῦ Βουλγάρεως, ὑπὸ τοῦ μητροπολίτου Πενταπόλεως Νεκταρίου, Βιβλίον Α', ἐν Ἀθήναις […] 1910 καὶ Βιβλίον Β'.Γ.Δ', ἐν Ἀθήναις […] 1910.
[7]. Ψαλτήριον [...], ὅ.π., σ. 144.
[8]. Θεοτοκάριον [...], ἐν Ἀθήναις […] 1907, σ. 29.
[9]. Αὐτόθι, σ. 9.
[10]. Αὐτόθι, σ. 5.
[11]. Βλ. Κ. Μητσάκη, Βυζαντινὴ Ὑμνογραφία. Ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη ὣς τὴν εἰκονομαχία, Ἀθήνα 19862, σ. 101 (ὑποσημείωση 4).
[12]. Αὐτόθι, σ. 102 (ὑποσημείωση 4). Εἶναι, ὁπωσδήποτε, ἀπόλυτα ἐνδεικτικὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ἴδιος ὕμνος [ὑπὸ τὸν τίτλο: Ὠδὴ (ἀνωνύμου) Β΄] ἀνθολογεῖται καὶ ἀπὸ τὸν ἅγιο Νεκτάριο στὴν ἔκδοση· Θεοτοκάριον […], ἐν Ἀθήναις […] 1905, σσ. 45-46 [εἰλημμένος, πάντως -ὅπως διευκρινίζεται στὸ προλογικὸ σημείωμα τοῦ ἔργου (σ. [3])-, «ἐκ τοῦ Συνταγματίου τοῦ Ἱερ. Ματθαίου τοῦ Τζιγάλα»].
[13]. Πρβλ. Ἀχιλλέως Γ. Χαλδαιάκη,«Δύο χειρόγραφα τοῦ Θεοτοκαρίου τοῦ ἁγίου Νεκταρίου», ὅ.π., σσ. 364 (ὑποσημείωση 13) καὶ 382 (ὑποσημείωση 25).
[14]. Θεοτοκάριον [...], ἐν Ἀθήναις […] 1907, σ. 38.
[15]. Αὐτόθι, σ. 35.
[16]. Αὐτόθι, σ. 240 κ.ἑ.
[17]. Βλ. σχετικὰ ἕξι ἀνάριθμες σελίδες στὸ τέλος τῆς ἔκδοσης· Θεοτοκάριον […], ἐν Ἀθήναις […] 1905.
[18]. Φόρμιγξ, ἤτοι συλλογὴ ᾀσμάτων καὶ ᾠδῶν, τῶν μὲν μετενεχθέντων ἐκ τῆς εὐρωπαϊκῆς μουσικῆς γραφῆς εἰς τὴν καθ' ἡμᾶς ἐκκλησιαστικήν, τῶν δὲ πρωτοτύπων ὅλως, πρὸς χρῆσιν τῶν δημ. σχολείων καὶ παντὸς φιλομούσου, ὑπὸ Ἰακώβου Ναυπλιώτου Α' Δομεστίκου τῆς τοῦ Χριστοῦ Μ. Ἐκκλησίας [...], ἐν Κωνσταντινουπόλει 1894, σ. 6. Ὁ ὕμνος (ποὺ περιέχεται στό, περιλαμβάνον «ᾄσματα σχολικὰ μονόφωνα», πρῶτο μέρος τοῦ βιβλίου) ἐπιγράφεται, ἁπλῶς, «Δέησις»· παράλληλα, διευκρινίζεται ὅτι πρόκειται γιὰ «μετάφραση» τοῦ Ἰακώβου Ναυπλιώτου (πρᾶγμα ποὺ σημαίνει ὅτι ἀποτελεῖ ἕνα «τῶν μετενεχθέντων ἐκ τῆς εὐρωπαϊκῆς μουσικῆς γραφῆς εἰς τὴν καθ' ἡμᾶς ἐκκλησιαστικὴν» ἀσμάτων τοῦ ἐν λόγῳ ἔργου).

Σάββατο 17 Ιανουαρίου 2009


ΑΧΙΛΛΕΥΣ Γ.ΧΑΛΔΑΙΑΚΗΣ

Συμμετοχὴ σὲ διεθνῆ ἐπιστημονικὰ συνέδρια (1993-2012)


  1. Dano-Hellenic Symposium on Byzantine Music, The Danish Institute at Athens, 11-14 Νοεμβρίου 1993.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο· μελοποίηση στίχων τοῦ πολυελέου ἀπὸ τὸν μαΐστορα Ἰωάννη τὸν Κουκουζέλη.

  1. «Ἅγιος Νεκτάριος· πνευματικός, μοναστικός, ἐκκλησιαστικὸς ἡγέτης»-«Διορθόδοξον Θεολογικὸν Ἐπιστημονικὸν Συνέδριον ἐπὶ τῇ ἑκατοπεντηκονταετηρίδι ἀπὸ τῆς γεννήσεως τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου (1846-1996)», Ἱερὰ Μητρόπολις ῞Υδρας, Σπετσῶν, Αἰγίνης, Ἑρμιονίδος καὶ Τροιζηνίας-Ἱερὰ Μονὴ   Ἁγ. Τριάδος (Ἁγ. Νεκταρίου) Αἰγίνης, 21-23 Ὀκτωβρίου 1996.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο·  ἀγάπη τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου διὰ τὴν μουσικὴν καὶ τὴν ποίησιν.

  1.  «Α΄ Διεθνὲς Συνέδριο Ἱστορίας καὶ Ἀρχαιολογίας τοῦ Ἀργοσαρωνικοῦ», Δῆμος Πόρου-Β΄ Ἐφορεία προϊστορικῶν καὶ κλασικῶν Ἀρχαιοτήτων-Τοπικὴ ἕνωση Δήμων καὶ Κοινοτήτων Νομοῦ Ἀττικῆς ὑπὸ τὴν αἰγίδα τοῦ Ὑπουργείου Πολιτισμοῦ, 26-29 Ἰουνίου 1998.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο·  ψαλτικὴ παράδοση τῆς νήσου Ὕδρας.Ὑδραῖοι κωδικογράφοι, μελουργοὶ καὶ ψάλτες.

  1. Συμπόσιο Ἑλληνικῆς Μουσικῆς. Ἀρχαία-Βυζαντινή-Παραδοσιακή-Νεώτερη: Προβλήματα καὶ προοπτικὲς τῆς Ἑλληνικῆς Μουσικῆς, Σύλλογος τῶν ἁπανταχοῦ Ἀποικιανῶν τῆς νήσου Ἄνδρου (ὑπὸ τὴν αἰγίδα τοῦ Ἐθνικοῦ Συμβουλίου Μουσικῆς Unesco καὶ τὴ συμπαράσταση τοῦ Ὑπουργείου Αἰγαίου), Ἄνδρος, 28-29 Αὐγούστου 1999.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο· Συνοπτικὴ θεώρηση τῆς ἑλληνικῆς ψαλτικῆς τέχνης (μὲ ἀφορμὴ τὰ ἀποκείμενα στὴν Ἄνδρο μουσικὰ χειρόγραφα).

  1. Συνέδριο-Τιμητικὸ ἀφιέρωμα στὰ 65 χρόνια ἱερατείας τοῦ σεβασμιωτάτου κ. Δωροθέου (1934-1999): « ὀρθόδοξη ἐκκλησία φορέας πολιτισμοῦ καὶ παραδόσεως στὸ Αἰγαῖο». ψαλτικὴ τέχνη ὡς φωνὴ «ὑδάτων πολλῶν», Ἱερὰ Μητρόπολις Σύρου (μὲ τὴν οἰκονομικὴ χορηγία τοῦ Ὑπουργείου Αἰγαίου), Ἑρμούπολις Σύρου, Πέμπτη 30 Σεπτεμβρίου 1999.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο· Περὶ τὴν καταλογογράφηση τῶν μουσικῶν χειρογράφων τῆς νησιωτικῆς Ἑλλάδος· περίπτωση τῆς Ἄνδρου.

  1. Ἐπιστημονικὴ Ἡμερίδα: «Ψαλτικὴ Τέχνη, τὸ ὁμοούσιον γέννημα τῆς ὀρθοδόξου λατρείας», Σύλλογος ἱεροψαλτῶν Ν. Εὐβοίας « παπᾶ-Γιώργης Ῥήγας» (ὑπὸ τὴν αἰγίδα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χαλκίδος καὶ τὴν ὁλοπρόθυμη χορηγία τοῦ Δήμου Χαλκίδος-ΔΕΠΑΧ), Χαλκίδα, Σάββατο 11 Δεκεμβρίου 1999.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο· «Ἀκρίβεια κατ' ἐρώτησιν καὶ ἀπόκρισιν τῶν τόνων τῆς παπαδικῆς τέχνης». «Θεολογικὴ» ἀνάγνωση τῆς ὁμωνύμου μεταβυζαντινῆς θεωρητικῆς συγγραφῆς.

  1. Ἐπιστημονικὴ Ἡμερίδα: ἅγιος Νεκτάριος· πρῶτος ἅγιος τοῦ 20οῦ αἰῶνα, Ὑπουργεῖο Ἐθνικῆς Παιδείας καὶ Θρησκευμάτων-Ἀνωτέρα Ἐκκλησιαστικὴ Σχολὴ Κρήτης, Ἡράκλειο Κρήτης, Τετάρτη 24 Μαΐου 2000.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο· Ἅγιος Νεκτάριος· μελῳδὸς ἱεράρχης.

  1. Α' Πανελλήνιο Συνέδριο Ψαλτικῆς Τέχνης: Θεωρία καὶ Πράξη τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης, Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος-Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, Ἀθήνα, 3-5 Νοεμβρίου 2000.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο· θεωρητικὴ σπουδὴ τῆς ψαλτικῆς τέχνης· ἀπόπειρα διαχρονικῆς προσεγγίσεως.

  1. Μουσικολογικὴ σύναξη εἰς μνήμην Σπυρίδωνος Δ. Περιστέρη: Βυζαντινὴ μουσική-Δημοτικὸ τραγούδι: Οἱ δύο ὄψεις τῆς ἑλληνικῆς μουσικῆς κληρονομιᾶς, Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, Κέντρο ἐρεύνης τῆς ἑλληνικῆς λαογραφίας-Ἱερὰ Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀθηνῶν, Μέγαρον Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν, 10-12 Νοεμβρίου 2000.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο· Σημειώματα Κωνσταντίνου . Ψάχου ἐπὶ τῶν ἐντύπων μουσικῶν ἐκδόσεων τῆς βιβλιοθήκης του.

  1. Διορθόδοξον Ἐπιστημονικὸν Συνέδριον: «Κωνσταντῖνος Ὑδραῖος-Νεομάρτυρες: Προάγγελοι τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Γένους», Ἱερὰ Μητρόπολις Ὕδρας, Σπετσῶν, Αἰγίνης, Ἑρμιονίδος καὶ Τροιζηνίας, Ἰωβηλαῖον 200 ἐτῶν ἀπὸ τοῦ μαρτυρίου τοῦ ἁγίου Κωνσταντίνου τοῦ Ὑδραίου (14.11.1800-14.11.2000), Ὕδρα, 10-14 Νοεμβρίου 2000.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο· Ἱερόθεος ἱερομόναχος Προφητηλιάτης καὶ μοναστικὴ συνοδεία του.

  1. Διημερίδα: «Ἐκφωνητικὴ σημειογραφία καὶ πράξη», Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος-Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, Ἀθήνα, 9-11 Νοεμβρίου 2001.
Συμμετεῖχα μὲ εἰσήγηση ὑπὸ τὸν τίτλο· Περὶ τῆς ψαλτικῆς καὶ ἐκφωνητικῆς παραδόσεως τῶν Οἴκων τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου.

  1. Διεθνὲς Ἐπιστημονικὸ Συμπόσιο: Παχώμιος Ρουσάνος. 450 χρόνια ἀπὸ τὴν κοίμησή του (+1553), Ἱερὰ Μητρόπολις Ζακύνθου· ἔτος Παχωμίου Ρουσάνου, Ζάκυνθος, 9-12 Ὀκτωβρίου 2003.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο· Ἡ "Ἑρμηνεία εἰς τὴν Μουσικὴν", Παχωμίου μοναχοῦ τοῦ Ρουσάνου.

  1. Β' Διεθνὲς Συνέδριο, Μουσικολογικὸ καὶ Ψαλτικό· «Θεωρία καὶ Πράξη τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης»: Τὰ Γένη καὶ Εἴδη τῆς Βυζαντινῆς Ψαλτικῆς Μελοποιίας, Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος-Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, Ἀθήνα, 15-19 Ὀκτωβρίου 2003.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο· Πολυέλεος: Ἡ δευτέρα στάσις. Ἱστορία-Μορφολογία-Μελοποιία.

  1. Α' Διεθνὲς Συνέδριο Βυζαντινῆς Μουσικῆς. Διαπανεπιστημιακὴ συνεργασία: Ἔρευνα-Ἐκπαίδευση-Καλλιτεχνικὸ ἔργο, Κέντρο ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς-Βυζαντινὴ λειτουργικὴ σκηνή, Θεσσαλονίκη, 30-31 Ὀκτωβρίου 2003.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο· Ἕνας πρώιμος “doctor polyeleorum”: Ἰωάσαφ ἱερομόναχος ὁ Διονυσιάτης.

15.  Β' Διεθνὲς Συνέδριο Βυζαντινῆς Μουσικῆς (Θεσσαλονίκη, 9-11 Δεκεμβρίου 2004). Κέντρο Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς. Βυζαντινὴ Λειτουργικὴ Σκηνή.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: Βυζαντινομουσικολογικὲς μεταπτυχιακὲς σπουδές. Ὀργάνωση καὶ προοπτικές.

  1. Tradition and Innovation in Late and post-Byzantine Chant (Hernen Castle, The Netherlands, 7-10 April 2005).
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: Tradition and Innovation in the Person of Petros Bereketes.

17.  « ἑλληνικὴ μουσικὴ στὴν ἐποχὴ τῆς παγκοσμιοποίησης» [Κρατικὴ Ὀρχήστρα Ἀθηνῶν-Τμῆμα Μουσικῶν Σπουδῶν τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν-Μέγαρο Μουσικῆς Ἀθηνῶν], Μέγαρο Μουσικῆς Ἀθηνῶν 7-9 Μαΐου 2005, πρῶτος κύκλος τοῦ θεσμοῦ «Ἑλληνικὲς Μουσικὲς Γιορτές».
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: Κ. . Ψάχος: ἄνθρωπος, διδάσκαλος, μουσικός, ἐπιστήμων. Πρόδρομη ἀνακοίνωση.

  1. Ὁ ἅγιος Μακάριος (Νοταρᾶς) μητροπολίτης Κορίνθου καὶ ὁ περίγυρός του [Περιφέρεια Πελοποννήσου–Νομαρχιακὴ αὐτοδιοίκηση Κορινθίας–Δῆμοι: Κορινθίων-Ξυλοκάστρου-Ἄσσου Λεχαίου-Νεμέας], 9-13 Μαΐου 2005.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: Ἁγίου Μακαρίου Νοταρᾶ: Ἡ ἐξ Ὕδρας διέλευση.

  1. 1ο ἐπιμορφωτικὸ συνέδριο Ἱερᾶς Συνόδου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (συνοδικῆς ἐπιτροπῆς χριστιανικῆς ἀγωγῆς τῆςνεότητος-Ἐπιτροπῆς καλλιτεχνικῶν ἐκδηλώσεων): Ἑλληνικὴ Μουσικὴ μέσο παιδείας καὶ πολιτισμοῦ, Βυζαντινὸ καὶ Χριστιανικὸ Μουσεῖο Ἀθηνῶν, 17 Δεκεμβρίου 2005
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: Ἡ Ψαλτικὴ ὡς Τέχνη καὶ ὠς Ἐπιστήμη ἢ Παράδοση καὶ Νεωτερικότητα στὴ Βυζαντινὴ Μουσική.

20.  First Axion Estin Conference (Holy Trinity Greek Orthodox Church New Rochelle, NY, January 21 & 22, 2006)], Byzantine Music Teaching Methodologies for the USA.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: The (Greek-speaking) Instruction of the Psaltic Art. Past, Present and Future.

  1. 1ο διεθνὲς συμπόσιο χορωδιακῆς μουσικῆς-5ο Πανελλήνιο συνέδριο χορωδιῶν, Πάτρα 28-30 Ἀπριλίου 2006
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: Ἡ ἀπὸ χοροῦ ψαλτικὴ ἑρμηνεία: Τὸ παράδειγμα τοῦ χοροῦ ψαλτῶν Οἱ μαΐστορες τῆς ψαλτικῆς τέχνης.

22.  21st International Congress of Byzantine Studies (London 21-26 August 2006)

Συμμετεῖχα (στὸ Panel IV.3 [: Words in ritual]) μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: From the Ritual of the Matins Servise: The imposition of poetic texts in Polyeleos Chant.

  1. Διεθνὲς ἐπιστημονικὸ θεολογικὸ συνέδριο «Ρωσία καὶ Ἅγιον Ὄρος. Χιλιετία πνευματικῆς ἑνότητας», Μόσχα, 1-4 Ὀκτωβρίου 2006.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: Συγχύσεις ὁμωνύμων Ἁγιορειτῶν μουσικῶν: Ἡ περίπτωση τῶν Δαμασκηνῶν.

24.  Γ΄ Διεθνὲς Μουσικολογικὸ καὶ Ψαλτικὸ Συνέδριο «Θεωρία καὶ Πράξη τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης» - Ἡ Ὀκταηχία, Ἀθήνα, 17-21 Ὀκτωβρίου 2006
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: «Ὁ κοπιάσας ἐν τούτῳ μᾶλλον ὠφεληθήσεται»: Ὁ τροχὸς τῆς ὀκταηχίας.

  1. Α΄ διεθνὴς ἡμερίδα γιὰ τὴν Βυζαντινὴ Μουσικὴ [: Ἡ Βυζαντινὴ Μουσικὴ στὸν 21ο αἰῶνα: Προβληματισμοὶ καὶ προοπτικές] τοῦ Τμήματος Μουσικῆς Ἐπιστήμης καὶ Τέχνης τοῦ Πανεπιστημίου Μακεδονίας (Θεσσαλονίκη, 21 Ἀπριλίου 2007)
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: Ὁραματισμοὶ γιὰ τὸ «μέλλον» τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς.

  1. The Second International Conference on Orthodox Church Music [: “Composing and Chanting in the Orthodox Church], The International Society for Orthodox Church Music, Finland, Joensuu, June 4-10 2007
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: The figures of composer and chanter in Greek Psaltic Art.

  1. 14th International Conference on Eastern Chant  [: Transmission of Christian Ecclesiastical Musical Culture – East and West],  5th-8th September 2007 at Sibiu (Conference Room of Andrei Saguna Faculty of Theology, Lucian Blaga University of Sibiu)

Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: Daniel the Protopsaltes (+ 1789): His life and work. A preliminary paper.


28.  Byzantine Musical Culture. First International Conference of the American Society of Byzantine Music and Hymnology (co-organised by the European Art Center (EUARCE). September 10-15th , 2007, Athens, Greece. Dedicated to St. John Chrysostom 1600 years in memoriam.


Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: Ψαλτικὲς «οἰκογένειες». Α΄: Οἱ Ραιδεστηνοί.


  1. Κωνσταντῖνος Οἰκονόμος ὁ ἐξ Οἰκονόμων. 150 χρόνια ἀπὸ τὴν κοίμησή του (1857-2007). (Τσαριτσάνη, 21-23 Σεπτεμβρίου 2007).
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: «...κενόσπουδα συντάγματα...». Διερεύνηση τῶν αἰτίων καταδίκης τῆς ... «λεσβιακῆς δυσμουσίας».

  1. Ἡμερίδα Κωνσταντῖνος Ψάχος: Ὁ μουσικός, ὁ λόγιος. 30 Νοεμβρίου 2007, Κέντρον Ἐρεύνης τῆς Ἑλληνικῆς Λαογραφίας. Ἀκαδημία Ἀθηνῶν.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: Ὁ Κ. Ἀ. Ψάχος ὡς μελοποιός.

  1. The Second Axion Estin Symposium on Byzantine Music Education. January 14-16, 2008, CUNY Graduate Center 465 Fifth Avenue, New York.
Συμμετεῖχα μὲ τρεῖς ἀνακοινώσεις: The choir performance of Byzantine Music / The essentials of Byzantine Notation / The technique of cheironomia [gesticulation]. Δίδαξα, ἐπίσης, μιὰ σειρὰ ἀπὸ τρία Psaltic Master Classes.

  1. Α΄ συμπόσιο Νεοελληνικῆς Ἐκκλησιαστικῆς Τέχνης. Θεολογικὴ Σχολὴ Ἀθηνῶν-Τμῆμα Θεολογίας. Ἀθήνα 14-15 Μαρτίου 2008.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: Ἀπὸ τὴν ἱστορία τῆς Νεοελληνικῆς Ψαλτικῆς Τέχνης: Ζαφείριος Ζαφειρόπουλος ὁ Σμυρναῖος.

  1. Tradition and Innovation in Late-and Postbyzantine Chant. Brediusstichting, Hernen Castle, The Netherlands, 30 Oct.-3 Nov. 2008.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: The story of a composition or “Adventures” of written melodies, during Byzantine and post-Byzantine era.

  1. Ὑπάτη στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, τὴν ἐκκλησιαστικὴ τέχνη καὶ τὸν ἑλλαδικὸ μοναχισμό (Ὑπάτη, 8-11 Μαΐου 2009).
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: Τὸ «ἐν ταῖς ἀγρυπνίαις» ψαλλόμενο Μακάριος ἀνὴρ τοῦ Γερμανοῦ Νέων Πατρῶν.

  1. International Congress (for the 120th anniversary of D.V. Razumovsky’s death), “Current Problems in the Study of the Art of Chanting: Research and Practice” (Moscow, P.I. Tchaikovsky Conservatoire, 12–16 May, 2009).

Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: Yet another contributor to the exegesis’ issue: GEORGIOS-EUTYCHIOS UGURLUS.


  1. Byzantine Musical Culture. Second International Conference of the American Society of Byzantine Music and Hymnology Co-organised by the European Art Center (EUARCE), June 10-14th, 2009, Athens, Greece, Dedicated to Alexandros Moraitidis, 80 years in memoriam.

Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: ἔννοια τῆς Παραλλαγῆς στὴ Θεωρία τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης.


  1. 10th International Music Theory Conference. Principles of Music Composing: Sacral Music (Lithuanian Composers’ Union- Lithuanian Academy of Music and Theatre, 20-22 October 2010, Vilnius, Lithuania).
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: "All master composers of Greek ecclesiastic music": An initial step on a new History of Greek sacral music

38.  Ἡμερίδα τῆς ἀνωτάτης ἐκκλησιαστικῆς Ἀκαδημίας Κρήτης: Λειτουργικὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καὶ Βυζαντινὴ Ἐκκλησιαστικὴ Μουσικὴ (Ἡράκλειο, Τρίτη 10 Μαΐου 2011).

Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: Πρὸς μιὰ νέα Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς: «κατάλογος τῶν ὅσοι κατὰ διαφόρους καιροὺς ἤκμασαν ἐπὶ τῇ μουσικῇ ταύτῃ, κατὰ ἀλφάβητον».

  1. The Fourth International Conference on Orthodox Church Music [:Unity and Variety in Orthodox Music: Theory and Practice”], The International Society for Orthodox Church Music, Finland, Joensuu, 6-12 June 2011
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: Singing antiphonally: unity or variety?

  1. 11th International Music Theory Conference. Principles of Music Composing: National Romanticism and Contemporary Music (Lithuanian Composers’ Union- Lithuanian Academy of Music and Theatre, 19-21 October 2011, Vilnius, Lithuania).
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: “…old wine into new bottles…”. The continuity of the Tradition in the contemporary composition practice of Byzantine Music.

  1. The Codico-Liturgical Method and its Implications for Cataloguing. A New Look on Liturgical, Biblical, Hagiographical, Homiletical, and Ascetical Codices in Liturgical Context. I. The Athens CBM Meeting: Biblical, Liturgical and Hymnographical Codices (Athens, 8-10 December 2011).
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: Hymnological Collections.

42.  Ἱερὰ Μητρόπολη Νικαίας-Σχολὴ Βυζαντινῆς Μουσικῆς, 1ο Συμπόσιο σπουδαστῶν Βυζαντινῆς Μουσικῆς, Αἰγάλεω, 21-22 Ἰανουαρίου 2012.

Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: «…παλιὸ κρασὶ σὲ νέους ἀσκούς…». Ἀναζητώντας τὸ “παραδοσιακὸ ὑπόβαθρο” καινοφανῶν ψαλτικῶν μελοποιημάτων.

43.  Ἱ. Μητρόπολις Δημητριάδος καὶ Ἁλμυροῦ-Σύνδεσμος Ἱεροψαλτῶν Βόλου «Ἰωάννης ὁ Κουκουζέλης», Β’ Ἐπιστημονικὸ Συμπόσιο Ψαλτικῆς Τέχνης: «Ἐπιτεύγματα καὶ Προοπτικὲς στὴν ἔρευνα καὶ μελέτη τῆς ἐκκλησιαστικῆς Ψαλτικῆς Τέχνης», Βόλος, 18 Φεβρουαρίου 2011.
Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: «ΕΞΗΓΗΣΗ καὶ ἐξηγήσεις».

44.  University of Arts in Belgrade, Eleventh International Conference of the Department of Musicology of the Faculty of Music: Music and Paper; Music and Screen, Belgrade, April 18-21, 2012.

Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: Byzantine Music as “Tabula Rasa” or Which should be the "Language" of Byzantine Music?

45.  İstanbul Teknik Üniversitesi-Türk Musikisi Devlet Konservatuari, Religious Musics in the Ottoman Empire, Istanbul, April 25, 2012.

Συμμετεῖχα μὲ ἀνακοίνωση ὑπὸ τὸν τίτλο: Byzantine Music: Dimensions and Perspectives








ΑΝΩΤΑΤΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΑΚΑΔΗΜΙΑ
ΗΡΑΚΛΕΙΟ









Υ ΚΡΗΤΗΣ